Του Ιωάννη Παπαλόπουλου, Ειδικού Ρευματολόγου
Η αξονική σπονδυλαρθρίτιδα (γνωστή ως αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα στο παρελθόν), είναι μια φλεγμονώδης αρθρίτιδα που ανήκει στην κατηγορία των σπονδυλαρθριτίδων, μαζί με την ψωριασική αρθρίτιδα, την αντιδραστική αρθρίτιδα, την ενετεροπαθητική αρθρίτιδα και τη νεανική σπονδυλαρθρίτιδα. Προσβάλλει κατά κύριο λόγο τον αξονικό σκελετό, ξεκινώντας από τις ιερολαγόνιες αρθρώσεις και επεκτείνεται ανιόντως σε όλες τις μοίρες της σπονδυλικής στήλης (οσφύ, θώρακα, αυχένα), καθώς και στα ισχία και τους ώμους.
Η νόσος εκδηλώνεται σε άτομα νεαρής ηλικίας, στην πλειονότητα των περιπτώσεων κάτω των 45 ετών, συνηθέστερα στην Τρίτη δεκαετία της ζωής. Οι άνδρες νοσούν καθ΄υπεροχή σε αναλογία 2:1 σε σχέση με τις γυναίκες. Η συχνότητα υπολογίζεται μεταξύ 0,5-1 % του γενικού πληθυσμού. Συγγενείς πρώτου βαθμού έχουν 5 16% πιθανότητα να αναπτύξουν τη νόσο.
Αναφορικά με την αιτιολογία της νόσου, ο ακριβής μηχανισμός που την προκαλεί είναι άγνωστος. Φαίνεται να πρόκειται για αλληλεπίδραση γενετικού υποστρώματος και μη εξακριβωμένων προς το παρόν περιβαλλοντικών παραγόντων. Οι περισσότεροι ασθενείς φέρουν στα κύτταρά τους το αντιγόνο ιστοσυμβατότητας Β27 (HLA-B27), το οποίο όμως υπάρχει στο 6-8% του υγιούς πληθυσμού.
Βασικό κλινικό χαρακτηριστικό της νόσου είναι ο πόνος χαμηλά στη μέση (οσφυαλγία), ο οποίος είναι χειρότερος τις πρώτες πρωινές ώρες μετά την αφύπνιση, συνοδεύεται από δυσκαμψία για πάνω από 30 λεπτά και βελτιώνεται στη διάρκεια της ημέρας με την κίνηση και τη δραστηριότητα. Είναι δε τα άνω χαρακτηριστικά αυτά που τον διακρίνουν από τα μηχανικά αίτια πόνου στην περιοχή (μυικός σπασμός, κήλες μεσοσπονδυλίων δίσκων κλπ). Προϊόντος του χρόνου, εφόσον η νόσος δε διαγνωστεί έγκαιρα, η χρόνια φλεγμονή οδηγεί σε χρόνιες, μη αναστρέψιμες βλάβες στη σπονδυλική στήλη, με σημαντικό περιορισμό στο εύρος κίνησης σε όλο το μήκος της, με αποτέλεσμα κύφωση στη θωρακική μοίρα, αγκύλωση αυχένα, ευθειασμό της οσφυικής μοίρας.
Επιπλέον, μπορούν να προσβληθούν μεγάλες αρθρώσεις, όπως ισχία, ώμοι, γόνατα, ποδοκνημικές, συνήθως ασύμμετρα. Συνηθισμένες εκδηλώσεις είναι η δακτυλίτιδα, με το δάκτυλο χεριού ή ποδιού να διογκώνεται «σα λουκάνικο», καθώς και η ενθεσίτιδα (φλεγμονή στο σημείο εναπόθεσης τενόντων και συνδέσμων στο οστό), με χαρακτηριστικότερες θέσεις τον Αχίλλειο τένοντα και την πελματιαία απονεύρωση. Τέλος, από τη νόσο μπορούν να προσβληθούν και άλλα όργανα, όπως ο οφθαλμός με ιριδοκυκλίτιδα και λιγότερο συχνά το έντερο με διαρροϊκές κενώσεις. Σπάνια, σε προχωρημένη νόσο, μπορεί να προκληθεί περιοριστικό σύνδρομο στους πνεύμονες και ίνωση στα ανώτερα πνευμονικά πεδία, καθώς και ανεπάρκεια αορτικής βαλβίδας. Η διάγνωση της νόσου βασίζεται στο ατομικό αναμνηστικό, την κλινική εξέταση, ενώ βοηθητική είναι η αύξηση των δεικτών φλεγμονής. Η επιβεβαίωσή της γίνεται είτε με μαγνητική τομογραφία ιερολαγονίων αρθρώσεων είτε με απλή ακτινογραφία σε εγκατεστημένη νόσο.
Ως προς τη θεραπεία, για την αντιμετώπιση της φλεγμονής στη σπονδυλική στήλη αρχικά δίνονται μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα, τα οποία όμως λόγω ανεπαρκούς απόκρισης, παρενεργειών ή αντενδείξεων δεν αρκούν ως αγωγή για τη μεγάλη πλειονότητα των ασθενών. Εξέχουσα θέση στην εποχή μας στο θεραπευτικό αλγόριθμο της αξονικής σπονδυλαρθρίτιδας κατέχουν οι βιολογικοί παράγοντες (αναστολείς TNF-α, ιντερλευκινών) που επιτυγχάνουν εξαιρετικά αποτελέσματα σε υψηλά ποσοστά, τόσο για την προσβολή του αξονικού σκελετού, όσο και στην περιφερική νόσο. Η κορτιζόνη, πέραν των τοπικών εγχύσεων, δεν προτείνεται στη θεραπεία της νόσου, όπως και τα συνθετικά τροποποιητικά φάρμακα (μεθοτρεξάτη, λεφλουνομίδη κλπ), καθώς δε βελτιώνουν σημαντικά τη φλεγμονή της σπονδυλικής στήλης.