Η ΖΗΛΙΑ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ

Η ζήλια και ο φθόνος ταξινομούνται στα συναισθήματα κοινωνικής σύγκρισης και σχετίζονται με την ικανότητα του ανθρώπου να έχει αντίληψη για τον εαυτό του, να συγκρίνει τον εαυτό του με τους άλλους και να προβαίνει σε σχετική αξιολόγηση του ίδιου με βάση τη σύγκριση αυτή.

Η ζήλια είναι μια συναισθηματική κατάσταση που προκαλείται όταν ένα άτομο θεωρεί πως μια σημαντική σχέση του απειλείται από ένα τρίτο άτομο και εμφανίζεται σε συνθήκες, όπου συμμετέχουν τρία άτομα: το άτομο που βιώνει τη ζήλια, το άτομο που αυτός/ή ζηλεύει, με το οποίο έχει διαμορφώσει κάποιου είδους σχέση, και ο ανταγωνιστής που απειλεί τη σχέση. Η υποκειμενική εμπειρία της ζήλιας περιλαμβάνει συναισθήματα θυμού, φόβου για την απώλεια της αγάπης- αποκλειστικότητας και καχυποψία. Θα πρέπει, ωστόσο, να ξεχωρίζουμε τη ζήλια από τον φθόνο. Ο φθόνος ορίζεται ως μια συναισθηματική κατάσταση που εγείρεται όταν ένα άτομο θεωρεί πως ένα άλλο άτομο έχει κάτι που αυτό επιθυμεί, αλλά δεν έχει ακόμα αποκτήσει ή δεν θα αποκτήσει ποτέ. Η συνθήκη, λοιπόν, στην οποία εγείρεται ο φθόνος περιλαμβάνει δύο άτομα: το άτομο που βιώνει τον φθόνο και το άτομο που αποτελεί το αντικείμενο του φθόνου. Η υποκειμενική εμπειρία του φθόνου χαρακτηρίζεται από λαχτάρα απόκτησης αγαθών-πλούτου, δυσαρέσκεια για την ευτυχία των άλλων, ανεκπλήρωτες επιθυμίες, αλλά και από συναισθήματα κατωτερότητας.
Η ζήλια δεν ανήκει στις πρώτες συναισθηματικές εμπειρίες που γνωρίζει ένας άνθρωπος, όπως η ευχαρίστηση, η στέρηση, ο φόβος και η αίσθηση της μοναξιάς, Τα νεογνά και τα μικρά μωρά δεν γνωρίζουν το συναίσθημα της ζήλιας. Θα το βιώσουν, όμως, αργότερα, όταν, έχοντας κατακτήσει κάποια προνόμια, απειληθούν ότι μπορεί να τα χάσουν. Αυτό θα συμβεί, λόγου χάρη, στα πρωτότοκα παιδιά με τη γέννηση ενός άλλου παιδιού στην οικογένεια, οπότε θα προκύψει μοίρασμα της αγάπης και της αποκλειστικής φροντίδας που απολάμβαναν ως τότε. Ο ερχομός στον κόσμο ενός νέου παιδιού είναι σημαντικό γεγονός για όλη την οικογένεια, για το πρωτότοκο, όμως, παιδί η γέννηση δεύτερου δεν είναι απλώς σημαντικό, είναι γεγονός συνταρακτικό. Για να καταλάβουν οι γονείς τα συναισθήματα που βιώνει το παιδί, όταν μοιράζεται την αγάπη και αισθάνεται την απώλεια της αποκλειστικότητας στο ενδιαφέρον των γονιών του, δεν έχουν παρά να σκεφθούν πώς θα αισθάνονταν οι ίδιοι, αν ξαφνικά ανακάλυπταν ότι στη μεταξύ τους σχέση υπάρχει εραστής ή ερωμένη.
Η πληροφόρηση του παιδιού για την αναμενόμενη γέννηση πρέπει να αρχίζει νωρίς και να είναι η σωστή. Οι ερωτήσεις του παιδιού για το πώς μπήκε το έμβρυο στην κοιλιά της μαμάς, γιατί και πότε θα βγει, καθώς και άλλες ερωτήσεις, που για μερικούς ίσως είναι ενοχλητικές, πρέπει να απαντώνται με ειλικρίνεια, γιατί η αλήθεια είναι το ασφαλέστερο καταφύγιο των γονιών και η καλύτερη επιλογή για την αντιμετώπιση κάθε κακοτοπιάς. Στις περιπτώσεις που δεν έχει γίνει καμιά προετοιμασία του παιδιού σε θέματα σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης, η σωστή ανταπόκριση στα ερωτήματα με την ευκαιρία της εγκυμοσύνης της μητέρας του, δίνει άνετη διέξοδο στον προβληματισμό των γονιών για το πώς θα μπορούσαν να εξηγήσουν στο παιδί τη σύλληψη, το μεγάλωμα του εμβρύου και τη γέννησή του. Η μητέρα πρέπει να εξηγήσει και να προετοιμάσει το παιδί για τις νέες συνθήκες που θα προκύψουν και να τονίσει ότι μετά τη γέννηση του μωρού θα του ζητήσει τη συμπαράστασή του. Η ενεργητική συμμετοχή του μεγαλύτερου παιδιού με την επίβλεψη και την καθοδήγησή της μητέρας του στην περιποίηση, το τάισμα και το παιχνίδι του μωρού έχει πάντοτε ευεργετικά αποτελέσματα. Το παιδί δεν πρέπει να ξεσπιτώνεται και να πηγαίνει να μείνει με τη γιαγιά ή τη θεία, αλλά να έρχεται η γιαγιά ή η θεία στο σπίτι του και ο πατέρας του καλείται να αναπληρώσει και το ρόλο της μητέρας. Κάτι που ακόμα πρέπει να τονισθεί είναι ότι η επικέντρωση της προσοχής αποκλειστικά στο μωρό μετά τον ερχομό του στο σπίτι, η «αδιαφορία» προς το μεγαλύτερο παιδί και το οικογενειακό πανηγύρι με την δικαιολογημένη χαρά, δημιουργούν τις κατάλληλες προϋποθέσεις για την εμφάνιση της ζήλιας.
Πολύ πριν τη γέννηση του μωρού οι γονείς πρέπει να ρυθμίσουν ορισμένα ζητήματα, που είναι ζωτικής σημασίας για την προσαρμογή του μεγαλύτερου παιδιού στη νέα κατάσταση. Πρώτα απ’ όλα, αν το παιδί κοιμάται στο ίδιο δωμάτιο με τους γονείς, πρέπει πολλούς μήνες πριν τη γέννηση του μωρού, να μεταφερθεί στο δικό του δωμάτιο. Ποτέ αμέσως μετά τη γέννηση του καινούργιου παιδιού. Είναι πραγματικά τραγωδία να φέρουν το μωρό από το μαιευτήριο, να το κοιμίζουν στην κούνια δίπλα στο κρεβάτι της μητέρας και του πατέρα του και το μεγαλύτερο να μετακομίζει σε καινούργιο κρεβάτι, σε άλλο δωμάτιο. Κάτω από αυτές τις συνθήκες η μεταφορά σε άλλο δωμάτιο παίρνει το χαρακτήρα της έξωσης: «ήρθαν τα άγρια να διώξουν τα ήμερα!». Η θλίψη του παιδιού είναι αφάνταστη, νοιώθει ανασφάλεια, αισθάνεται ότι δεν το αγαπούν και η εμφάνιση του συναισθήματος της ζήλειας είναι αναπόφευκτη. Οι επιπτώσεις που μπορεί να εμφανιστούν από την καθυστερημένη αλλαγή δωματίου ισχύουν και για την περίπτωση που το παιδί αρχίσει να πηγαίνει στον βρεφονηπιακό σταθμό ή στο νηπιαγωγείο αμέσως μόλις έρθει το μωρό στο σπίτι.
Η συμπεριφορά του παιδιού που ζηλεύει απέναντι στο μωρό ποικίλλει. Όταν ρωτιέται αν αγαπάει το μωρό πάντα απαντά ότι το λατρεύει, μόνο που όταν το πάρει στην αγκαλιά, για να δείξει την αγάπη του, το σφίγγει μέχρι σκασμού! Άλλες φορές επιτίθεται χωρίς καμιά αναστολή με τσιμπήματα, με μπουνιές, βάζοντας το δάχτυλό του στο μάτι του μωρού, ακόμα και με αιχμηρά αντικείμενα ή με ό,τι βρει πρόχειρο. Είναι αυτονόητο ότι τέτοιες επιθέσεις πρέπει να προλαμβάνονται. Όταν γίνονται, συνήθως οι γονείς τιμωρούν το παιδί, το οποίο αισθάνεται ένοχο ήδη πριν τιμωρηθεί, και, όσο πιο συχνά και πιο σκληρά τιμωρείται, τόσο περισσότερο ένοχο αισθάνεται και όλο και πιο επιθετικό γίνεται. Συμβουλές του τύπου «πρέπει να αγαπάς το αδερφάκι σου», «αυτό σε αγαπάει, εσύ γιατί δεν το αγαπάς;», όχι μόνο είναι άσκοπες και χωρίς αποτέλεσμα, αλλά βλάπτουν, γιατί κάνουν το παιδί που ζηλεύει να αισθάνεται περισσότερο ένοχο. Εκείνο που χρειάζεται να κάνουν οι γονείς και οι λοιποί συγγενείς είναι να του ενισχύσουν το αίσθημα της ασφάλειας και της αυτοεκτίμησης, όχι μόνο με λόγια, αλλά με πράξεις που να δείχνει πόσο πολύ το εκτιμούν και το αγαπούν. Όχι με δώρα!
Όλα τα παιδιά του κόσμου είναι έτοιμα να παλέψουν για να εξασφαλίσουν την αγάπη των γονιών τους και, πιο ειδικά, για να τραβήξουν την προσοχή της μητέρας τους. Οι μεγάλοι αντίπαλοί τους είναι βέβαια τα αδέρφια τους, που και αυτά έχουν τις ίδιες προθέσεις πρωτιάς και αποκλειστικότητας. Γι’ αυτό και ο συχνότερος λόγος για τον οποίο τσακώνονται τα αδέρφια μεταξύ τους ‒κάτι σύνηθες και εντελώς φυσιολογικό‒ είναι για να βεβαιωθούν για την προτίμηση της μητέρας τους. Εξυπακούεται ότι ζήλια δεν βιώνουν μόνο τα πρωτότοκα παιδιά, αλλά όλα τα παιδιά, άσχετα από τη σειρά γέννησης, για διαφορετικούς λόγους το καθένα. Μπορεί και το μικρότερο παιδί να ζηλεύει το μεγαλύτερο. Η κυριότερη αιτία του τελευταίου είναι η εξαιρετικά υποχωρητική στάση των γονιών προς το μεγάλο παιδί: στην προσπάθειά τους να προλάβουν ή να μετριάσουν τη ζήλια του προς το μικρότερο, ικανοποιούν κάθε αίτημά του, ακόμα και αν είναι παράλογο. Σε λίγο καιρό, όμως, διαπιστώνουν με λύπη ότι η τακτική που ακολούθησαν δεν κατάφερε να αποτρέψει αυτό που φοβόντουσαν, αφού η διαφορετική ή η άνιση μεταχείριση των παιδιών οδηγεί αναπόφευκτα, όχι μόνο στη ζήλια, αλλά και σε οποιοδήποτε άλλο πρόβλημα συμπεριφοράς. Όταν οι γονείς παρεμβαίνουν στους τσακωμούς των αδελφών το πρόβλημα χειροτερεύει. Έχει παρατηρηθεί ότι όταν οι γονείς λείπουν από το σπίτι ‒κυρίως οι μητέρες‒ ή δεν επεμβαίνουν στις φιλονικίες των παιδιών τους, τα παιδιά συνυπάρχουν πιο ειρηνικά, προφανώς γιατί χάνεται το πιο βασικό νόημα του τσακωμού, που είναι η διεκδίκηση του ενδιαφέροντος, της αγάπης και της αποκλειστικότητας. Όταν η διαφορά ηλικίας των παιδιών είναι μικρότερη από ένα χρόνο ή μεγαλύτερη από πέντε χρόνια η ζήλια συνήθως έχει μικρότερη διάρκεια και δεν είναι έντονη. Αντίθετα διαφορά ηλικίας 2-4 χρόνων ευνοεί ιδιαίτερα την ανάπτυξη ζήλιας. Έχει παρατηρηθεί ακόμα ότι, όταν τα αδέρφια είναι του ίδιου φύλου, οι ανταγωνισμοί είναι εντονότεροι και η επιθετικότητα μεγαλύτερη και ότι η ζήλια είναι ηπιότερη όταν τα αδέρφια είναι διαφορετικού φύλου.
Η ζήλια του παιδιού είναι φυσιολογικό φαινόμενο. Το παιδί που δεν ζηλεύει ή δεν εκδηλώνει τη ζήλια του πρέπει να θεωρηθεί παθολογικό και πρέπει να προσεχθεί. Οι γονείς πρέπει να φροντίσουν να κάνουν πιο άνετη και αποτελεσματική την επικοινωνία με τα παιδιά τους και να τους δώσουν όση περισσότερη αγάπη και ασφάλεια μπορούν. Ακόμα πρέπει να σέβονται, να τονίζουν και να χαίρονται την μοναδικότητα του κάθε παιδιού, να μη τα συγκρίνουν μεταξύ τους, να μη τα μεταχειρίζονται άνισα, αλλά και να μην αδιαφορούν για την προσωπικότητα του κάθε παιδιού με την ισοπεδωτική γονεϊκή συμπεριφορά. Λιγότερη ζήλια είναι το καλύτερο αποτέλεσμα, αλλά και πιστοποιητικό της σωστής και ώριμης γονεϊκής συμπεριφοράς.

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Νέος Αγών στις 05/04/2023

    Η ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ

    Γιατί άνθρωποι με υψηλό δείκτη νοημοσύνης δεν τα καταφέρνουν στη ζωή, δεν διακρίνονται κοινωνικά και η προσωπική τους ζωή έχει τα χάλια της, ενώ άνθρωποι που δεν θα μπορούσαν να καυχηθούν για τις επιδόσεις τους στα τεστ νοημοσύνης πετυχαίνουν στην προσωπική τους ζωή και έλκουν σαν μαγνήτης τους γύρω τους λάμποντας σαν αστέρια;

    Μια έννοια που μπήκε στη ζωή όλων μας τις τελευταίες δεκαετίες και μπορεί να δώσει την απάντηση είναι η συναισθηματική νοημοσύνη. Μια από τις πιο βασικές συνεισφορές της συναισθηματικής νοημοσύνης είναι ότι εστίασε και έδωσε έμφαση στις συγκινήσεις και τα συναισθήματα των ανθρώπων. Μετά από χρόνια ερευνών, γνωρίζουμε πλέον ότι οι άνθρωποι με υψηλότερη συναισθηματική νοημοσύνη δεν είναι μόνο πιο ευτυχισμένοι, αλλά παίρνουν και καλύτερες αποφάσεις, είναι πιο επιτυχημένοι στο επάγγελμα και γίνονται πιο αποτελεσματικοί ηγέτες. Η ανεπτυγμένη συναισθηματική νοημοσύνη περιλαμβάνει αυτεπίγνωση και έλεγχο των παρορμήσεων, επιμονή, ζήλο και αυτοενεργοποίηση, ενσυναίσθηση και κοινωνική προσαρμοστικότητα. Η κατανόηση της λειτουργίας των δομών του εγκεφάλου οι οποίες δεσπόζουν σε στιγμές θυμού και φόβου ή πάθους και χαράς αποκαλύπτουν πολλά για το πώς αποκτούμε τις συναισθηματικές συνήθειες. Η παιδική και εφηβική ηλικία είναι κρίσιμα παράθυρα που δίνουν την ευκαιρία για την εδραίωση των ουσιωδών συναισθηματικών συνηθειών που θα κυβερνήσουν τη ζωή μας.
    Ο συναισθηματικός εγκέφαλος παίζει αδιαμφισβήτητα πρωταγωνιστικό ρόλο στη ζωή του παιδιού, η συμπεριφορά του οποίου χαρακτηρίζεται από ενθουσιασμό, θυμό, επιθυμία και φόβο. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό κα ωφέλιμο για τους γονείς να κατανοήσουν τα συναισθήματα του παιδιού τους, να μάθουν πώς να επικοινωνούν με τα συναισθήματα αυτά και πώς να συμβάλλουν στη συναισθηματική ανάπτυξή του. Γνωρίζουμε ότι ο συναισθηματικός εγκέφαλος διαδραματίζει καίριο ρόλο και στη ζωή των ενηλίκων, γιατί είναι πανταχού παρών στην καθημερινή μας ζωή. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο διανοητικός εγκέφαλος είναι χτισμένος πάνω στον συναισθηματικό και ότι, για να μπορέσουν οι γονείς να συμβάλλουν στην ανάπτυξη του συναισθηματικού εγκεφάλου, θα πρέπει να ακολουθήσουν κάποιες αρχές και στρατηγικές.
    Η πρώτη βασική αρχή είναι η ανάπτυξη δεσμού ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά, καθώς αυτό αποτελεί το κλειδί για την αυτοεκτίμησή του παιδιού. Δεν υπάρχει τίποτα πιο σημαντικό από το να βοηθάμε τα παιδιά να νιώθουν καλά με τον εαυτό τους, Όταν ένα παιδί αισθάνεται ασφάλεια, αισθάνεται ότι η αγάπη που του προσφέρεται είναι αδιαπραγμάτευτη, μεγαλώνει νιώθοντας ότι το εκτιμούν και είναι ευτυχισμένο. Χωρίς έναν δεσμό εμπιστοσύνης και ασφάλειας το παιδί μπορεί να αντιμετωπίσει σοβαρές δυσκολίες στη σχέση του με τους άλλους ανθρώπους. Η μαγεία του δεσμού ανάμεσα στη μητέρα και στο μωρό ξεκινά τη στιγμή της γέννησής του και οφείλεται στην ωκυτοκίνη, η οποία είναι μια ορμόνη που εκκρίνεται κατά τον τοκετό και επιτρέπει στις γυναίκες να αντέξουν στις ωδίνες. Η ποιότητα του δεσμού μητέρας-παιδιού θα καθορίσει αργότερα και τους ρομαντικούς δεσμούς που θα σχηματίσει το παιδί όταν ενηλικιωθεί. Η ωκυτοκίνη είναι η ορμόνη της αγάπης που εκκρίνεται και όταν κρατάμε το παιδί στην αγκαλιά, χτενίζουμε τα μαλλιά του, το κρατάμε από το χέρι πηγαίνοντάς το στο σχολείο ή όταν παίζουμε μαζί του πετυχαίνοντας σωματική επαφή. Ο δεσμός ενισχύεται ακόμα περισσότερο αν κρατάμε το λόγο μας, δεν λέμε ψέματα, τηρούμε τις υποσχέσεις μας, το κάνουμε να νιώθει ότι έχει αξία και ικανοποιούμε τις βασικές του ανάγκες.
    Ένας στενός δεσμός ανάμεσα στους γονείς και το παιδί μπορεί να βοηθήσει το παιδί να αναπτύξει την αγάπη για τον εαυτό του, αλλά είναι δύσκολο να αποκτήσει «καλή» αυτοεκτίμηση, εάν αυτή δεν συνοδεύεται από μια ικανή δόση αυτοπεποίθησης. Τα γονίδια που κληρονομούνται προδιαθέτουν για το κάθε παιδί μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό αυτοπεποίθησης. Αν, βέβαια, το παιδί βοηθηθεί από τους γονείς του, θα αποκτήσει περισσότερη αυτοπεποίθηση και ξέρουμε σήμερα ότι ένας από τους λόγους που βλάπτουν την αυτοπεποίθηση του παιδιού είναι η υπερβολική ενασχόληση και η υπερπροστατευτικότητα. Για να κατανοήσουμε πώς λειτουργεί ο εγκέφαλος του παιδιού στο θέμα της αυτοπεποίθησης πρέπει να ξέρουμε ότι υπάρχουν δύο πρωταγωνιστές στον εγκέφαλο του. Πρώτον μια δομή που λέγεται αμυγδαλή, η οποία αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα μέρη του συναισθηματικού εγκεφάλου και ενεργοποιείται κάθε φορά που ο εγκέφαλος αντιμετωπίζει μια επικίνδυνη κατάσταση. Δεύτερον ο μετωπιαίος λοβός, ο οποίος ασκεί λειτουργία ελέγχου, δίνοντας στο παιδί τη δυνατότητα να ελέγξει τον φόβο του και να συνεχίσει. Σε κάθε κατάσταση που προκαλεί φόβο, αυτά τα δύο μέρη του εγκεφάλου συγκρούονται. Εάν κερδίσει η αμυγδαλή, το παιδί θα τρομάξει και εάν κερδίσει ο μετωπιαίος λοβός θα κυριαρχήσει ο φόβος. Ας υποθέσουμε ότι ένα παιδί που έμαθε να περπατάει πριν από λίγους μήνες στην προσπάθειά του να ανεβεί σε ένα παγκάκι πέφτει. Εάν ο γονιός επέμβει, το παιδί θα μάθει ότι χρειάζεται τους γονείς του για να νιώθει καλά. Εάν η μητέρα του βγάλει μια κραυγή ή το παιδί διακρίνει μια έκφραση τρόμου στο πρόσωπο των γονιών, θα ενεργοποιηθεί η αμυγδαλή και θα τρομάξει. Η αυτοπεποίθηση, λοιπόν, του παιδιού εξαρτάται άμεσα από την εμπιστοσύνη που του δείχνουν οι γονείς. Εάν το μόνο που κάνουν οι γονείς είναι να ανησυχούν για την υγεία, την ασφάλεια και την ευεξία του, τότε ο εγκέφαλος του παιδιού θα καταλάβει ότι ο κόσμος είναι επικίνδυνος και ότι δεν είναι ικανό να αντιμετωπίσει μόνο του τη ζωή. Μπροστά σε οποιαδήποτε πρόκληση ή νέα κατάσταση το παιδί θα αντιδρά με φόβο και θα κρύβεται κάτω από τη φούστα της μητέρας του για να αποφύγει την πρόκληση. Το παιδί που μεγαλώνει και νιώθει ότι οι γονείς του το εμπιστεύονται θα γίνει ένας ενήλικας που θα μπορεί να πετύχει τους στόχους και τις φιλοδοξίες του, της τύχης βοηθούσης!
    Αναπόσπαστο κομμάτι της ανάπτυξης της συναισθηματικής νοημοσύνης είναι να μπορούμε να ξεπερνάμε τους φόβους μας. Οι φόβοι είναι ένα φυσιολογικό κομμάτι της ανάπτυξης του παιδιού και μπορεί να είναι ενστικτώδεις (για τα φίδια, το σκοτάδι, κλπ.) ή επίκτητοι (π.χ. υψοφοβία μετά την πτώση από ένα δέντρο, φόβος για τα ζώα μετά από επίθεση σκύλου, κλπ.). Οι γονείς πρέπει να κατανοήσουν τη λειτουργία του εγκεφάλου για να μπορέσουν να βοηθήσουν τα παιδιά να ξεπεράσουν τους φόβους τους μετά από τραυματικές εμπειρίες. Το εξωτερικό μέρος του εγκεφάλου, που ονομάζεται εγκεφαλικός φλοιός απαρτίζεται από δύο ημισφαίρια, το αριστερό και το δεξιό. Οι τραυματικές εμπειρίες καταγράφονται στο δεξιό ημισφαίριο και γνωρίζουμε ότι μερικές σκηνές από τις τραυματικές εμπειρίες αποτυπώνονται στη μνήμη με τη μορφή εικόνων και αισθήσεων, ζουν σε αυτό το πιο διαισθητικό και οπτικό ημισφαίριο και μπορεί να παραμείνουν χαραγμένες στον εγκέφαλο του για πάντα, αν δεν κάνουμε κάτι για να το αποτρέψουμε. Εκείνο που έχουμε να κάνουμε είναι να προτρέψουμε το παιδί να μιλήσει γι’ αυτό που είδε και ένιωσε. Όταν ένας φοβισμένος άνθρωπος μιλάει και περιγράφει τι συνέβη, το αριστερό ημισφαίριο που είναι επιφορτισμένο με την ομιλία αρχίζει να επικοινωνεί με το δεξιό ημισφαίριο. Με αυτόν τον απλό τρόπο βοηθάμε το λεκτικό και λογικό μέρος του εγκεφάλου να βοηθήσει με τη σειρά του το οπτικό και συναισθηματικό μέρος να ξεπεράσει το βίωμα. Το παιδί θα θυμάται το γεγονός ως μια δυσάρεστη τραυματική εμπειρία, αλλά δεν θα βιώνει πλέον το ίδιο επίπεδο άγχους και θα εξελίσσεται σε έναν ατρόμητο ενήλικα γεμάτο αυτοπεποίθηση.
    Ένα κοινό χαρακτηριστικό των ανθρώπων με καλή συναισθηματική νοημοσύνη είναι η ευθύτητα, η οποία είναι ένας τρόπος επικοινωνίας, που μας επιτρέπει να νιώθουμε σιγουριά για τα δικαιώματά μας, τις απόψεις μας και τα συναισθήματά μας και να τα εκφράζουμε στους άλλους με σεβασμό. Όσοι τη διαθέτουν αισθάνονται πιο σίγουροι για τον εαυτό τους, διατρέχουν μικρότερο κίνδυνο συγκρούσεων με άλλους και είναι πιο αποτελεσματικοί στην επίτευξη των στόχων τους. Χάρη στους νευρώνες-κάτοπτρα ο εγκέφαλος του παιδιού εξασκείται και μαθαίνει το ρεπερτόριο των συμπεριφορών που παρατηρεί στους γονείς του. Εάν το παιδί παρατηρήσει ότι οι γονείς του αντιμετωπίζουν μικρές συγκρούσεις με σαφήνεια και σεβασμό, θα αναπτύξει ένα ευθύ επικοινωνιακό ύφος.
    Μια δεξιότητα που κάθε παιδί πρέπει να αποκτήσει στη διάρκεια της ζωής του, για να γίνει ευτυχισμένος ενήλικας, είναι να μάθει να ξεπερνά την απογοήτευση. Ένας τρόπος να βοηθήσουμε, ώστε να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά την απογοήτευση, είναι να του διδάξουμε την υπομονή. Αντί να σπεύδουμε να το βοηθήσουμε με το παραμικρό κάλεσμα, θα πρέπει να εμπιστευτούμε την ικανότητά του να περιμένει, φροντίζοντας για την ικανοποίηση των αναγκών το συντομότερο δυνατόν, με την ηρεμία και τη σιγουριά ότι μπορεί να ανταπεξέλθει σε μια μικρή δόση απογοήτευσης. Ακόμα πρέπει να προσπαθήσουμε να μάθει να τηρεί τα όρια, ειδικά τα χρονικά, γιατί είναι καλό για τον εγκέφαλό του η εκπαίδευση να συγκρατείται κάποιες φορές ή να περιμένει τη σειρά του για να πάρει αυτό που θέλει. Σίγουρα θα βιώσει κάποια απογοήτευση και ανυπομονησία, αλλά θα μάθει την έννοια της προσδοκίας, η οποία αποτελεί ένα άλλο χαρακτηριστικό των πολύ ευτυχισμένων ανθρώπων.

    Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Νέος Αγών στις 07/11/2023

      ΠΩΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ Ο ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ

      Η κατανόηση της λειτουργίας του εγκεφάλου του παιδιού από τους γονείς είναι πολύ σημαντικό γεγονός, γιατί τους βοηθά να ερμηνεύουν τη συμπεριφορά του και να τροποποιούν τον λόγο και τη συμπεριφορά τους, προκειμένου να πετύχουν να αλλάξει και εκείνο τη δική του συμπεριφορά.

      Η πιο χρήσιμη ιατρική πληροφορία, που κάθε γονιός πρέπει να γνωρίζει, είναι ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος αποτελείται από τρεις διαφορετικούς, διασυνδεμένους «εγκεφάλους», οι οποίοι προέκυψαν κατά τη διάρκεια της εξέλιξης: τον ερπετοειδή εγκέφαλο, τον συναισθηματικό και τον λογικό εγκέφαλο. Ο ερπετοειδής είναι ο εγκέφαλος που μοιραζόμαστε με τα ερπετά και βρίσκεται στη βάση. Σε αυτόν τον εγκέφαλο υπάρχουν δομές που ρυθμίζουν τη λειτουργία της καρδιάς, της αναπνοής, του ύπνου, την πείνα, τη δίψα και μας επιτρέπουν να εντοπίζουμε τις αλλαγές της θερμοκρασίας. Ο συναισθηματικός εγκέφαλος αναπτύχθηκε την εποχή των πρώτων θηλαστικών και η λειτουργία του βασίζεται στην ικανότητα διάκρισης ανάμεσα στα ευχάριστα, όπως η αγάπη και η χαρά, και στα δυσάρεστα συναισθήματα, όπως η λύπη, ο φόβος και ο θυμός. Ο λογικός εγκέφαλος είναι εκείνος που διαφοροποιεί τους ανθρώπους από τα υπόλοιπα ζώα και μας επιτρέπει να έχουμε αυτεπίγνωση, να επικοινωνούμε, να σκεφτόμαστε λογικά, να μπαίνουμε στη θέση των άλλων ή να παίρνουμε αποφάσεις με βάση ένα πιο λογικό ή διαισθητικό σκεπτικό. Η κύρια διαφορά ανάμεσα στον εγκέφαλο του παιδιού και εκείνον του ενήλικα είναι ότι οι νευρώνες του ενήλικα έχουν ήδη αναπτύξει τρισεκατομμύρια συνδέσεις και επιπλέον ότι στα παιδιά τον έλεγχο της συμπεριφοράς τον έχουν ακόμη ο ερπετοειδής και ο συναισθηματικός εγκέφαλος.
      Μέχρι να χρονίσει το παιδί, οι γονείς θα πρέπει να αλληλεπιδρούν με τον πρωτόγονο εγκέφαλο του παιδιού και να ικανοποιούν τις βασικές του ανάγκες, δηλαδή την πείνα, τη δίψα, κλπ., και να καθησυχάζουν το μωρό. Μετά τον πρώτο χρόνο ο ερπετοειδής εγκέφαλος συνυπάρχει με τον συναισθηματικό και οι γονείς θα πρέπει να εφαρμόζουν στρατηγικές ώστε να μπορέσουν να επικοινωνήσουν τόσο με τα πρωτόγονα ένστικτα του παιδιού, όσο και με τις συναισθηματικές του ανάγκες για αγάπη κα ασφάλεια. Λίγο αργότερα, γύρω στα τρία, στη ζωή του παιδιού αρχίζει να πρωταγωνιστεί ο λογικός εγκέφαλος. Το παιδί είναι πλέον σε θέση να ελέγχει τα βασικά του ένστικτα και να καθοδηγείται από τη λογική, τη διαίσθηση και την επιθυμία. Οι γονείς του θα πρέπει να το βοηθήσουν να σκέφτεται, να συγκεντρώνει την προσοχή του ή να θυμάται προηγούμενες καταστάσεις-εμπειρίες, και να συνδεθεί με τον συναισθηματικό του εγκέφαλο. Τα εργαλεία που διαθέτουν οι γονείς για να υποστηρίξουν την ανάπτυξη του εγκεφάλου είναι η υπομονή και η κατανόηση, η ενσυναίσθηση, η ενίσχυση των κανόνων και της θετικής συμπεριφοράς, οι εναλλακτικές λύσεις αντί για τιμωρία, και η καλή επικοινωνία.
      Η διαφορά σε όσα μπορεί να κάνει ένα παιδί και σε όσα πιστεύουν οι γονείς του ότι μπορεί να κάνει, συχνά δημιουργεί παρεξηγήσεις, αναστάτωση και θυμό, τα οποία μπορούν να αποφευχθούν αν καταλάβουμε τι πραγματικά συμβαίνει στον εγκέφαλό του. Σε αυτή την ηλικία (2-3 χρονών) ξεκινούν οι εκρήξεις θυμού και οι γονείς συνειδητοποιούν ότι η προσπάθεια απόσπασης της προσοχής δεν έχει πλέον αποτελέσματα, όπως παλαιότερα, και ότι δεν έχουν άλλη επιλογή από το να απαντήσουν στο παιδί ευθέως με ένα ξεκάθαρο «όχι». Όταν το παιδί καταλάβει ότι η άρνηση είναι αμετάκλητη, ξεσπά στον εγκέφαλό του μια καταιγίδα. Το παιδί δεν έχει την ικανότητα να κατευνάσει την αγανάκτησή του, επειδή οι ανασταλτικοί νευρώνες που επιβραδύνουν ή αναστέλλουν αυτή τη συμπεριφορά ή το συναίσθημα δεν έχουν αναπτυχθεί έως την ηλικία των τεσσάρων χρονών. Ακόμα και να το ντροπιάσουν, να το απειλήσουν ή να το μαλώσουν το παιδί θα κλάψει, θα ουρλιάξει και θα κλωτσήσει, γεγονός που επιτρέπει στον εγκέφαλό του να εκτονώσει όλη αυτή τη συσσωρευμένη ενέργεια στους νευρώνες «δράσης» και έτσι, σταδιακά, να ηρεμήσει. Ωστόσο, πολλοί γονείς ερμηνεύουν αυτές τις ενέργειες ως «θεατρινισμούς» ή ως μια προσπάθεια χειραγώγησης, θυμώνουν, και αυτό δυσκολεύει ακόμα περισσότερο την κατάσταση του παιδιού. Χρειάζεται, λοιπόν, υπομονή και κατανόηση. Μπορούμε να ηρεμήσουμε το παιδί αν του εξηγήσουμε, του δώσουμε χρόνο, το βοηθήσουμε να αισθανθεί ότι το καταλαβαίνουμε και το πάρουμε αγκαλιά.
      Ολοένα και περισσότερες μελέτες επιβεβαιώνουν ότι στη συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού, το πιο βασικό είναι να νιώθει ότι το καταλαβαίνουν. Με τον τρόπο αυτό το παιδί αποκτά σιγουριά ότι με τις ικανότητές του θα τα καταφέρει να τα βγάλει πέρα και αισθάνεται ότι κάποιος θα το φροντίσει, εάν δεν τα καταφέρνει μόνο του. Αν ακούμε ένα παιδί επιδεικνύοντας ενσυναίσθηση, το βοηθάμε να κατανοήσει και να συνδέσει τα συναισθήματά του με τις σκέψεις του. Ο λογικός και ο συναισθηματικός εγκέφαλος συντονίζονται στην ίδια συχνότητα και αυτό ασκεί μια καταπραϋντική επίδραση στον συναισθηματικό εγκέφαλο.
      Τα εργαλεία που διαθέτουν οι γονείς για την ενίσχυση των κανόνων και της θετικής συμπεριφοράς είναι το προσωπικό παράδειγμα, ο έπαινος και το παιχνίδι. Τα παιδιά αναπτύσσουν ένα σημαντικό μέρος των διανοητικών και συναισθηματικών τους ικανοτήτων μέσω της παρατήρησης και της μίμησης. Στον εγκέφαλό τους υπάρχουν οι νευρώνες-κάτοπτρα που προβάρουν σιωπηρά πολλές από τις δικές μας συμπεριφορές, προπαρασκευάζοντας τον εγκέφαλο να επαναλάβει τις ίδιες συμπεριφορές σε παρόμοιες καταστάσεις. Έχει αποδειχθεί ότι καλά παραδείγματα συμπεριφοράς των γονέων είναι κρίσιμα για τη διαπαιδαγώγηση του παιδιού στη διαχείριση του θυμού και της αγανάκτησης. Ο έπαινος θέτει σε λειτουργία το σύστημα της αμοιβής μέσω της διέγερσης ειδικών νευρώνων που παράγουν μια ορμόνη που λέγεται ντοπαμίνη, προκαλεί ευχαρίστηση, και επιτρέπει στο παιδί να συνδέσει μια συμπεριφορά με ένα συναίσθημα ικανοποίησης. Έχει επισημανθεί ότι η διαρκής ενίσχυση της συμπεριφοράς με ανταμοιβή μπορεί να αποβεί αρνητική για την αυτοεκτίμησή του και ότι οι υλικές ενισχύσεις παρέχουν λιγότερη επιβράβευση σε σχέση με τις συναισθηματικές και, άρα, γι’ αυτό είναι λιγότερο αποτελεσματικές. Το παιχνίδι του παιδιού με τον ενήλικα είναι πιο αποτελεσματικό (σε σχέση με την παροχή υλικών ανταμοιβών) στη διέγερση των νευρώνων που εκκρίνουν ντοπαμίνη, και επομένως η ενίσχυση της θετικής συμπεριφοράς είναι ισχυρότερη.
      Τα όρια είναι απαραίτητα για τη διαπαιδαγώγηση του εγκεφάλου, διότι υπάρχει μια ολόκληρη περιοχή που ονομάζεται «προμετωπιαία», η οποία είναι αποκλειστικά αφιερωμένη στη θέσπιση ορίων, στην επιβολή τους, στην υποστήριξη του ανθρώπου ώστε να μπορεί να αντιμετωπίσει το αίσθημα δυσφορίας που προκύπτει όταν αναγκάζεται να συμμορφωθεί με αυτά. Η περιοχή αυτή είναι σημαντική και για την ευτυχία. Γνωρίζουμε ότι η ικανότητα των παιδιών να θέτουν όρια στον εαυτό τους και να έχουν αυτοέλεγχο είναι ο καλύτερος δείκτης ακαδημαϊκής και κοινωνικής επιτυχίας και ακόμα ότι συμβάλλουν στην πρόληψη της διαταραχής ελλειμματικής προσοχής και άλλων προβλημάτων. Όταν θέτουμε όρια, αφενός βοηθάμε το παιδί να βελτιώσει τον αυτοέλεγχό του και αφετέρου το διευκολύνουμε να αναζητήσει εναλλακτικές λύσεις, κάνοντάς το πιο ευέλικτο και ευπροσάρμοστο.
      Η τιμωρία μπορεί ενίοτε να πετυχαίνει το στόχο της, αλλά θεωρείται λανθασμένη στρατηγική διαπαιδαγώγησης για πολλούς λόγους. Πρώτον διδάσκει στο παιδί ότι είναι ένα αποδεκτό είδος συμπεριφοράς. Το παιδί μαθαίνει ότι μπορεί να ξεσπάει στους άλλους, όταν εκνευρίζεται, και ότι, όταν κάνει τον άλλο να αισθανθεί άσχημα, αποκαθίσταται ένα μέρος της ζημιάς που είχε προκαλέσει ο τελευταίος. Η δεύτερη αρνητική επίπτωση είναι ότι αυξάνει το αίσθημα της ενοχής, αφού το παιδί ήδη αισθάνεται ένοχο για την πράξη που έκανε και για την οποία τιμωρείται. Η τελευταία και πιο αρνητική επίπτωση της τιμωρίας είναι το δίδαγμα που αποκομίζει το παιδί για τον εαυτό του. Όταν τιμωρούμε ένα παιδί επειδή δεν μας υπακούει ή όταν το μαλώνουμε και το αποκαλούμε άτακτο, κλπ., ο εγκέφαλός του χρησιμοποιεί αυτή την πληροφορία για να σχηματίσει μια «αυτοεικόνα». Κάθε φορά που λέμε μια φράση που αρχίζει από το «είσαι», ο εγκέφαλος του παιδιού αποθηκεύει το δεδομένο σε μια δομή που ονομάζεται «ιππόκαμπος», η οποία έχει την ευθύνη να αποθηκεύει όλες τις γνώσεις για τον κόσμο και τον εαυτό, δίνοντάς του τη δυνατότητα να λαμβάνει αποφάσεις για τη ζωή του. Εάν το παιδί θεωρεί ότι είναι γενναίο ή υπάκουο θα πράττει αντίστοιχα, ενώ εάν τα μηνύματα από τους γονείς ή τους δασκάλους του έχουν κάνει το παιδί να πιστεύει ότι είναι άτακτο, κλαψιάρικο, ψεύτης/ψεύτρα, κλπ. θα συμπεριφέρεται σύμφωνα με αυτή την εικόνα. Υπάρχουν, λοιπόν, άλλες στρατηγικές, που είναι λιγότερο επιβλαβείς, πιο αποτελεσματικές και δημιουργούν πολύ λιγότερες ενοχές από την τιμωρία, όπως η ενίσχυση της θετικής συμπεριφοράς, το να θέτουμε τα παιδιά μπροστά στις συνέπειες των πράξεών τους και να τα βοηθάμε να επανορθώσουν τα σφάλματά τους, όταν έχουν προκαλέσει βλάβη σε άλλους ανθρώπους.
      Γνωρίζουμε σήμερα ότι η επικοινωνία με ενσυναίσθηση ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά είναι η κύρια οδός διανοητικής ανάπτυξης τα πρώτα χρόνια της ζωής. Η μνήμη, η συγκέντρωση, η γλώσσα, η γνώση του περιβάλλοντος, ο αυτοέλεγχος και η αφαιρετική σκέψη χρειάζονται την επικοινωνία για να ανθίσουν. Ο εγκέφαλος του παιδιού είναι προγραμματισμένος να μάθει και να αποκτήσει όλες τις διανοητικές ικανότητες που χαρακτηρίζουν τον άνθρωπο, αλλά χωρίς ενθάρρυνση και συζήτηση με τους γονείς, ποτέ δεν πρόκειται να αναπτυχθούν πλήρως.

      Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Νέος Αγών στις 25/10/2023

        ΣΤΡΕΣ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΕΣ

        Στις μέρες μας, όλοι, μικροί και μεγάλοι παραπονιούνται ότι βιώνουν στρες. Το στρες έχει γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας και μας βασανίζει και όταν οφείλεται στα μεγάλα και σημαντικά γεγονότα, αλλά και όταν προέρχεται από τα μικρά και ασήμαντα προβλήματα της καθημερινότητας, τα οποία μας κατακλύζουν από στρες, λόγω των πολλών υποχρεώσεων που μας δημιουργούν, π.χ. το πρόγραμμα της καθημερινότητας ενός μαθητή.

        Στην αντίδρασή μας στο στρες κάποιες ομάδες ανθρώπων είναι ιδιαίτερα ευπαθείς και ευαίσθητες στο να εμφανίσουν τις αρνητικές επιπτώσεις του. Σε αυτές ανήκουν οι ηλικιωμένοι, οι χωρισμένοι γονείς, τα παιδιά και οι έφηβοι. Το στρες βέβαια εκδηλώνεται διαφορετικά σε κάθε ηλικία. Για παράδειγμα στα παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας ο αποχωρισμός από τους γονείς εκδηλώνεται με έντονη ανησυχία και εκνευρισμό, ενώ στους εφήβους με κατάθλιψη. Η εμβρυϊκή, η νεογνική και η εφηβική περίοδος της ζωής είναι κρίσιμες περίοδοι για την ομαλή ανάπτυξη του εγκεφάλου, ο οποίος διαφέρει από τον εγκέφαλο των ενηλίκων. Η δικτύωση των νευρικών κυττάρων και η δημιουργία συνάψεων αρχίζει από το τέλος της ενδομήτριας ζωής, ουσιαστικά όμως συντελείται κατά την εξωμήτριο ζωή και μάλιστα κατά τη διάρκεια των 3 πρώτων χρόνων της ζωής και γι’ αυτό τα 3 πρώτα χρόνια της ζωής θεωρούνται κρίσιμα χρόνια για την ανάπτυξη του εγκεφάλου. Ο αριθμός των συνάψεων που δημιουργούν οι εγκεφαλικοί νευρώνες κατά την ανάπτυξη του παιδιού και του εφήβου εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και ξέρουμε, ότι η ανάπτυξη μεγαλύτερου αριθμού συνάψεων επιτρέπει περισσότερες πνευματικές και νοητικές δραστηριότητες. Η καλωδίωση του εγκεφάλου ολοκληρώνεται στα 25 χρόνια στις γυναίκες και στα 27 στους άνδρες.
        Η συνεχής συναισθηματική πίεση μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στις νοητικές ικανότητες ενός παιδιού τραυματίζοντας την ικανότητά του για μάθηση. Τα ευρήματα μελετών αποδεικνύουν ότι η έκθεση σε έντονο στρες (π.χ. σωματική, σεξουαλική κακοποίηση ή παραμέληση, κλπ.) κατά τη διάρκεια της αναπτυξιακής περιόδου της ζωής μπορεί να έχει μόνιμες συνέπειες στον εγκέφαλο με μείωση του αριθμού των συνάψεων. Έτσι, ενώ στους ενήλικες το υπερβολικό ή το χρόνιο στρες οδηγεί στην ευαισθητοποίηση ώριμων περιοχών του εγκεφάλου, στα παιδιά και τους εφήβους μπορεί να αποτελέσει παράγοντα κινδύνου για αυξημένη ψυχική και σωματική νοσηρότητα στη μετέπειτα ζωή, μέσω δομικών και λειτουργικών αλλαγών σε διάφορες περιοχές του εγκεφάλου. Το έντονο στρες στους εφήβους αλλοιώνει δομές του εγκεφάλου (ιππόκαμπος) που είναι υπεύθυνες για τη μνήμη και τη μάθηση, επηρεάζοντας ακόμα και τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς τους και μπορεί να οδηγήσει στον προγραμματισμό των περιοχών αυτών, καθιστώντας τες ευάλωτες στο στρες στη μετέπειτα ζωή. Σήμερα γνωρίζουμε ότι ο ιππόκαμπος, μαζί με το σύστημα της αμοιβής και τον προμετωπιαίο λοβό, είναι η δομή που βάζει φρένο στο στρες, οπότε αν πάθει ζημιά το στρες καθίσταται ανεξέλεγκτο.
        Πολλοί μαθητές πιστεύουν ότι μπορούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά μόνο κάτω από πίεση. Το στρες αποτελεί για πολλούς ισχυρό κίνητρο για να αυξήσουν τις επιδόσεις τους και να έχουν επιτυχία στις εξετάσεις. Μακροπρόθεσμα, όμως, αυτό μπορεί να έχει αρνητικές επιδράσεις. Η διαδικασία μέσω της οποίας μπορεί να υιοθετηθεί μια αγχώδης συμπεριφορά ξεκινά από τα πρώτα χρόνια της σχολικής ζωής ενός παιδιού, όταν ο μικρός μαθητής αρχίζει να προετοιμάζεται για το πρώτο του διαγώνισμα. Αν τα καταφέρει η χαρά του είναι μεγάλη και τα μπράβο και τα συγχαρητήρια από δασκάλους και γονείς πολλά. Η διαδικασία αυτή επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά και το παιδί μαθαίνει, ότι όσο πιο καλά προετοιμάζεται πιέζοντας τον εαυτό του, τόσο πιο καλά τα καταφέρνει και επιβραβεύεται. Δηλαδή, όσο περισσότερο στρεσάρεται τόσο καλύτερα θα προετοιμαστεί, οπότε το αποτέλεσμα δεν μπορεί να είναι άλλο, παρά μόνο η επιτυχία. Με το πέρασμα των χρόνων, λοιπόν, οι σχολικές απαιτήσεις αυξάνονται και ο μαθητής πρέπει να στρεσάρεται περισσότερο για να ανταποκριθεί με επιτυχία σε αυτές. Οι δυσκολίες είναι σαφώς μεγαλύτερες και ο χρόνος λιγότερος με αποτέλεσμα το σώμα και το μυαλό να μη μπορούν να επιστρέψουν στα φυσιολογικά τους επίπεδα, απαλλαγμένα από το στρες.
        Υπάρχουν έρευνες που καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι όσοι μαθητές μελετούν μέχρι την τελευταία στιγμή και έχουν στρες κάνουν καλό στον εαυτό τους γιατί οι ορμόνες του στρες, όπως η κορτιζόνη και η αδρεναλίνη, βοηθούν τον εγκέφαλο να αποθηκεύσει πιο έντονα τα διάφορα δεδομένα και έτσι ο μαθητής να θυμάται καλύτερα, αρκεί το στρες να μην ξεπερνά ένα λογικό όριο. Όμως ενώ το στρες με μέτρο μπορεί να αποβεί ωφέλιμο σε ένα μαθητή, το υπερβολικό στρες μπορεί να είναι επιζήμιο και ο μαθητής να μη θυμάται τίποτα τη στιγμή του διαγωνίσματος, γιατί όταν είμαστε υπερβολικά στρεσαρισμένοι δεν μπορούμε να αφομοιώσουμε νέες πληροφορίες αφού η μνήμη δεν δουλεύει σωστά. Το διαρκές στρες επηρεάζει την πρόοδό του με διάφορους τρόπους. Αυξάνεται η δυσκολία συγκέντρωσης όταν μελετά με αποτέλεσμα να μην προετοιμάζεται τόσο καλά όσο θα ήθελε και τελικά δεν αποδίδει σύμφωνα με τις δυνατότητές του. Η κούραση είναι διπλάσια όταν ο οργανισμός βρίσκεται σε κατάσταση στρες. Το σώμα και το μυαλό του δεν προλαβαίνουν να χαλαρώσουν και ο μαθητής, που έχει όλη την καλή διάθεση να μελετήσει, απλώς σπαταλά τον χρόνο του, καθώς το σώμα και πολύ περισσότερο το μυαλό δε ανταποκρίνονται και κατά τη διάρκεια της εξέτασης, υψηλά επίπεδα στρες μπλοκάρουν το μυαλό του με αποτέλεσμα να μπερδεύεται και να κάνει λάθη.
        Για την αντιμετώπιση του στρες τα παιδιά και έφηβοι θα πρέπει:
        •Να έχουν υγιεινή διατροφή, να ασκούνται, να μη κάνουν κατάχρηση οθόνης και να αποκτήσουν σωστές συνήθειες ύπνου. Ο καλύτερος τρόπος για να βοηθήσουμε τα παιδιά και τους εφήβους ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν το στρες είναι να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για ένα δυνατό και υγιή οργανισμό. Ας θυμόμαστε ακόμα ότι η υπερκατανάλωση τροφής, η κατάχρηση οθόνης και η έλλειψη ύπνου είναι στρεσογόνοι παράγοντες.
        • Να καταφέρνουν να εντοπίζουν τους στρεσογόνους παράγοντες, τα σωματικά συμπτώματα, τα συναισθήματα που προκύπτουν, και τις αρνητικές σκέψεις που εμφανίζονται, καθώς και το πώς να επιτυγχάνουν τον έλεγχο τις συμπεριφοράς. Ορισμένες φορές οι στρεσογόνοι παράγοντες δεν σχετίζονται με τόσο σοβαρά γεγονότα, αλλά με μικρότερες δυσκολίες, οι οποίες μπορούν να μας επηρεάσουν εξίσου. Παράδειγμα το βεβαρημένο πρόγραμμα των μαθητών που περιλαμβάνει διάβασμα για το σχολείο, φροντιστήρια, ξένες γλώσσες, συμμετοχή σε αθλητικές δραστηριότητες κλπ. Τα συναισθήματα και οι σκέψεις συνδέονται τόσο στενά, ώστε ένας τρόπος να μάθουμε να ελέγχουμε τα συναισθήματα μας είναι να επανεξετάζουμε τις σκέψεις μας που παίζουν έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στο στρες. Ξέρουμε ότι όταν είμαστε στρεσαρισμένοι είναι εύκολο να πέσουμε στην παγίδα των αρνητικών σκέψεων. Ορισμένες χαρακτηριστικές σκέψεις που σχετίζονται με το στρες είναι: «Είμαι σκέτη αποτυχία. Δεν θα μπορέσω ποτέ να αντιμετωπίσω αυτή την κατάσταση» ή «Δεν είναι δίκαιο. Γιατί αυτά να συμβαίνουν μόνο σε εμένα;». Η συμπεριφορά μας είναι ένα πανίσχυρο εργαλείο για την αλλαγή των συναισθημάτων μας. Μόλις αρχίσουμε να αλλάζουμε τη συμπεριφορά μας, στέλνουμε στον εαυτό μας το μήνυμα ότι μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα. Δεν χρειάζεται απλώς να πείσουμε τον εαυτό μας ότι θα τα καταφέρουμε, γιατί έχουμε ήδη διαπιστώσει ότι τα καταφέρνουμε!
        •Να οργανώνουν σωστά τον χρόνο και τον χώρο. Είναι πολύ σημαντικό να μάθουν πώς να διαχειρίζονται το χρόνο με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, συνειδητοποιώντας τις αξίες και τις προτεραιότητες τους, ώστε να αφιερώνουν το χρόνο σε πράγματα που είναι σημαντικά για τους ίδιους. Θα πρέπει, ακόμα, να έχουν οργανωμένο το χώρο ώστε να μη ξοδεύουν άδικο χρόνο σε αναζήτηση των πραγμάτων που χρειάζονται και να πετάνε τα άχρηστα πράγματα.
        • Να μη δίνουν χώρο στην αναβλητικότητα. Να ιεραρχούν τα προβλήματα και να προχωρούν στην επίλυσή τους όσο γίνεται γρηγορότερα, επιλέγοντας τα περισσότερο επείγοντα ή ακόμα και τα πιο εύκολα. Όταν αναβάλλουμε κάτι για μεγάλο χρονικό διάστημα, καταλήγουμε να νιώθουμε πιο στρεσαρισμένοι από όσο θα νιώθαμε αν παίρναμε εξαρχής μια βαθιά ανάσα και αντιμετωπίζαμε την πρόκληση.
        •Να μάθουν τις ασκήσεις χαλάρωσης. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι για να επιτύχει κάποιος τη χαλάρωση του μυοσκελετικού συστήματος, αλλά και την πνευματική χαλάρωση, μόνο που πρέπει να εξασκηθεί.
        • Να εστιάζουν τις σκέψεις τους στο εδώ και τώρα (ενσυνειδητότητα). Επειδή στην καθημερινή μας ζωή σπάνια σκεφτόμαστε μόνο ό,τι κάνουμε εκείνη τη στιγμή θα πρέπει να εξασκηθούν στην σκόπιμη εστίαση της προσοχής στο εδώ και τώρα και να αποκτήσουν την ικανότητα εκείνη τη στιγμή να μη σκέφτονται, ούτε να κρίνουν τα γεγονότα, τον εαυτό τους ή τους άλλους ανθρώπους που παίζουν ρόλο σε μια κατάσταση. Θέλει εξάσκηση.
        Ο γιατρός Hans Selye, ο οποίος θεωρείται πατέρας του στρες θεωρεί ως καλό στρες για τον καθένα το είδος εκείνο του στρες που εκφράζεται μέσω της ενσυναίσθητης ανησυχίας για τους άλλους και τις θετικές προσπάθειες που καταβάλλει για το καλό της ανθρωπότητας. Και ο μεγάλος Αμερικανός παιδίατρος Μπέντζαμιν Σπόκ στο βιβλίο του «το παιδί και η φροντίδα του» γράφει: «Νομίζω πως τα παιδιά σίγουρα θα ήταν πιο ευτυχισμένα αν αποκτούσαν μια πεποίθηση και να ζουν μ΄ αυτή σ΄ όλη τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας: ότι το πιο σημαντικό πράγμα που χρειάζονται τα ανθρώπινα όντα για να νοιώσουν ολοκληρωμένα είναι η συμμετοχή στην προσπάθεια για βοήθεια της ανθρωπότητας και ζωή με κάποια ιδανικά. (Αυτό δεν εμποδίζει να αναζητούν την πρόοδο και να κερδίζουν τα απαραίτητα για τη ζωή). Όταν οι άνθρωποι έχουν έναν κοινό σκοπό συμπεριφέρονται καλύτερα, είναι πιο αποφασιστικοί.».

        Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Νέος Αγών στις 22/4/2024

          Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΣΤΟ ΣΤΡΕΣ

          Το στρες ορίζεται ως η κατάσταση που απειλεί ή εμείς αντιλαμβανόμαστε ότι απειλεί την προηγούμενη ομοιόσταση του οργανισμού μας. Ομοιόσταση δε είναι η αρμονική ισορροπία, σωματική και ψυχική, που έχει ένα ανθρώπινο ον.

          Η κατάσταση αυτή της δυναμικής ισορροπίας βρίσκεται υπό συνεχή απειλή από διάφορους στρεσογόνους παράγοντες που ασκούν καθημερινά τη δράση τους. Η απειλή μπορεί να είναι: εσωτερική (π.χ. μια αρρώστια) ή εξωτερική (π.χ. μας επιτίθεται ένα άγριο ζώο), πραγματική (π.χ. εμπλοκή σε τροχαίο) ή αντιλαμβανόμενη (π.χ. το κόστος της αποτυχίας στις πανελλήνιες εξετάσεις για ένα μαθητή -συνήθως οι εξελίξεις που φαντάζεται είναι αρνητικές). Γενικά οτιδήποτε προκαλεί, πόνο, φόβο, ένταση, θυμό, απογοήτευση ή στεναχώρια αποτελεί αιτία στρες.
          Το στρες εκτός από πραγματικό και αντιλαμβανόμενο, διακρίνεται ακόμα σε καλό και σε κακό στρες. Καλό στρες ή αλλιώς «eustress» είναι το στρες όταν αντιμετωπίζουμε μια θετική πρόκληση και νοιώθουμε ενθουσιασμένοι και ευτυχισμένοι, αλλά έχει το μειονέκτημα να μη διαρκεί πολύ (π.χ. δεν παντρευόμαστε κάθε μέρα, ούτε αγοράζουμε καινούργιο αυτοκίνητο κάθε μέρα). Στο καλό στρες μπορούμε να εντάξουμε το στρες της ευχάριστης, της δημιουργικής και της επιτυχημένης εργασίας, το οποίο μπορεί να είναι ακόμα και ωφέλιμο ή το στρες της άσκησης το οποίο είναι και καλό γιατί προκαλεί ευχαρίστηση και ωφέλιμο γιατί μας εξασφαλίζει καλή υγεία. Αντίθετα το κακό στρες ή αλλιώς «distress» είναι το καθημερινό στρες της αποτυχίας, της ταπείνωσης ή των καυγάδων κλπ., το οποίο είναι σαφώς αρνητικό. Βάσει της διάρκειας δράσης ενός στρεσογόνου παράγοντα το στρες διακρίνεται σε οξύ και χρόνιο. Θεωρούμε οξύ το στρες του οποίου η διάρκεια δεν ξεπερνά τη μια εβδομάδα (υπάρχουν ειδικοί που ανεβάζουν αυτό το όριο στις 2-3 εβδομάδες) και χρόνιο το στρες που η διάρκειά του ξεπερνά τη μια εβδομάδα.
          Ο καλύτερος τρόπος για να γίνουν κατανοητά τα αποτελέσματα του στρες είναι να φανταστεί κάποιος τον εαυτό του να βιώνει μια πρωτόγονη κατάσταση, π.χ. να έρχεται σε επαφή με ένα φίδι ή αντιμέτωπος με μια αρκούδα. Αυτού του είδους το στρες αντιμετώπιζαν οι άνθρωποι για εκατομμύρια χρόνια, σε αντίθεση με τους ανθρώπους της σημερινής εποχής, όπου το στρες που βιώνουν είναι κυρίως ψυχοκοινωνικό. Όταν ένας άνθρωπος αντιμετωπίζει μια απειλή, έναν άμεσο κίνδυνο, βρίσκεται μπροστά σε ένα δίλλημα για το πώς πρέπει να αντιδράσει. Να αντιδράσει με «μάχη ή φυγή»; Στο παράδειγμα μας με την αρκούδα ή θα θυμώσει και θα μείνει να παλέψει ή θα φοβηθεί και θα φύγει τρέχοντας για να ζήσει. Υπάρχει, βέβαια, και η περίπτωση να παγώσει, αλλά κι΄αυτό έχει σχέση με την επιβίωση.
          Το σύστημα του στρες είναι ένα σύστημα συναγερμού, το οποίο είναι φτιαγμένο για να αντιμετωπίζει οξύ και βραχυπρόθεσμο στρες που διαρκεί ώρες (π.χ. φόβος στη θέα φιδιού ή φόβος κατά την αιμοληψία) ή, το πολύ, μέρες (π.χ. το στρες των πανελληνίων εξετάσεων ή επικείμενης εγχείρησης). Παρόλο που οι στρεσογόνοι παράγοντες είναι πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους, ουσιαστικά όλοι προκαλούν την ίδια βιολογική αντίδραση. Οι αντιδράσεις στο στρες διακρίνονται σε σωματικές και ψυχολογικές. Σε κάθε περίπτωση στρες ενεργοποιούνται διάφορες δομές του εγκεφάλου, όπως η αμυγδαλή, ο ιππόκαμπος, κ.ά., και επί πλέον το Αυτόνομο Νευρικό Σύστημα (ΑΝΣ) και ο άξονας Υποθαλάμου-Υπόφυσης-Επινεφριδίων (ΥΥΕ). Το ΑΝΣ που ελέγχει τις αυτόματες και χωρίς τη θέλησή μας λειτουργίες του οργανισμού, υπερλειτουργεί κατά το πρώτο έτος της ζωής κάνοντας το στρες περισσότερο επικίνδυνο σε αυτή την ηλικία. Για παράδειγμα μια εμπειρία διεγείρει τον ιππόκαμπο που διαχειρίζεται τη δηλωτική μνήμη, η οποία αντιστοιχεί στη μνήμη που την ονομάζουμε στην καθημερινότητά μας «θύμηση» και σχετίζεται με καταστάσεις, πρόσωπα και εικόνες που μπορούμε να θυμηθούμε από το παρελθόν. Ο ιππόκαμπος αλληλεπιδρά με τη γειτονική αμυγδαλή, που καθορίζει το θετικό, ή το αρνητικό συναίσθημα που βιώνουμε. Εάν η εμπειρία είναι έντονα θετική ή έντονα αρνητική, μόνο τότε αποθηκεύεται στον φλοιό του εγκεφάλου. Ο ιππόκαμπος, δηλαδή, είναι το όργανο που αναγνωρίζει τη διαφορετική σημασία, ας πούμε, μιας αρκούδας στο ζωολογικό κήπο και μιας αρκούδας στην πίσω αυλή του σπιτιού μας, Το συναίσθημα, όμως, του θυμού ή του φόβου το καθορίζει η αμυγδαλή. Η στενή αυτή σχέση ανάμεσα στη μνήμη και στα συναισθήματα και ο έλεγχος τους από τις ίδιες ανατομικές δομές μπορούν να μας βοηθήσουν να καταλάβουμε γιατί θυμόμαστε συναισθηματικά φορτισμένες εμπειρίες πιο καλά και πιο συχνά από αυτές χωρίς συναισθηματική φόρτιση. Πολλές συναισθηματικές μνήμες χρονολογούνται από τα πρώτα χρόνια της ζωής, -π.χ. από την καλή ή την κακή σχέση του βρέφους και του νηπίου (κακοποίηση) με τα πρόσωπα που είχαν αναλάβει τη φροντίδα του και από διάφορα γεγονότα, όπως η εμπειρία μετά από αυτοκινητικό δυστύχημα, κλπ. -καθορίζοντας έτσι τη μελλοντική του συμπεριφορά καθώς και την αντίδρασή του απέναντι στο στρες.
          Όταν είμαστε στρεσαρισμένοι το σώμα μας παράγει διάφορες ορμόνες. Οι πιο γνωστές από αυτές είναι η νοραδρεναλίνη, η αδρεναλίνη και η κορτιζόνη. Η έκκριση αυτών των ορμονών προκαλεί διάφορες αλλαγές στο σώμα, που στόχο έχουν να χαρίσουν περισσότερη δύναμη και ταχύτητα στο άτομο, να αμβλυνθεί ο πόνος, να στραφεί όλη η προσοχή προς τον επικείμενο κίνδυνο και να καταστεί ο οργανισμός ικανός είτε για «μάχη» (να μείνει να πολεμήσει) είτε για «φυγή» (να τρέξει για να σωθεί) για να επιτευχθεί η επιβίωση του. Οι ορμόνες που εκκρίνουμε σε μια στρεσογόνα κατάσταση είναι οι ίδιες ορμόνες που καθιστούσαν τους ανθρώπους των σπηλαίων ικανούς να κινούνται και να σκέφτονται γρηγορότερα, να επιτίθενται ορμητικότερα, να βλέπουν καλύτερα, να ακούν ακριβέστερα και να πηδούν ψηλότερα από ότι μπορούσαν πριν την έκθεσή τους στον στρεσογόνο παράγοντα λίγα δευτερόλεπτα νωρίτερα. Γίνεται, βέβαια, εύκολα κατανοητό, ότι τα προβλήματα που εμφανίζονται στις σύγχρονες κοινωνίες είναι ιδιαίτερα πολύπλοκα και απαιτούν από τα άτομα πολύ πιο «εξειδικευμένες» και «πολιτισμένες» αντιδράσεις ώστε να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά το στρες. Ωστόσο στη βάση τους ένα από τα δυο αυτά βασικά μοτίβα, δηλαδή τη «μάχη ή τη φυγή», διακρίνουμε.
          Η ψυχολογική αντίδραση στο στρες συντελείται με τα αισθήματα και τα συναισθήματα, που κάποιες φορές είναι θετικά, αλλά τις περισσότερες φορές είναι αρνητικά, όπως ανησυχία, θυμός, φόβος, ένταση, αναστάτωση ή κατάθλιψη. Η επιθετικότητα αποτελεί την κύρια ψυχολογική αντίδραση στο στρες, αν και δεν θεωρείται ότι είναι η καταλληλότερη μορφή αντίδρασης για την αντιμετώπισή του. Το τελικό αποτέλεσμα της έντονης και μακροχρόνιας έκθεσης του ατόμου στο στρες είναι η αποθάρρυνση. Ορισμένες καταστάσεις που προκαλούν στρες δεν επιτρέπουν από τη φύση τους την πολυτέλεια μιας ελπίδας ότι μπορούν να ξεπεραστούν ή να αντιμετωπιστούν και ότι ο κίνδυνος που αντιπροσωπεύουν μπορεί να αποφευχθεί. Έτσι, εξαιτίας της απουσίας κάθε πιθανής διεξόδου το άτομο δεν αναπτύσσει τη διάθεση να αγωνιστεί και καταλήγει σε απραξία. Γι΄αυτό η αγωνιστικότητα έχει πολύ μεγάλη σημασία για την επιτυχή αντιμετώπιση του στρες. Κάποιες φορές αντί το άτομο να εκφράσει την αγωνιστικότητά του με άμεση αντίδραση καταφεύγει σε τρόπους μετριασμού της εμπειρίας του στρες. Στους τρόπους μετριασμού της εμπειρίας του στρες περιλαμβάνονται η αύξηση κατανάλωσης τροφής, η αύξηση του καπνίσματος, η χρήση οινοπνεύματος, η χρήση ηρεμιστικών φαρμάκων, ναρκωτικών, οι ασκήσεις χαλάρωσης των μυών και άλλες τεχνικές με επίκεντρο το σώμα. Όλα τα παραπάνω στοχεύουν στην ικανοποίηση του συστήματος της αμοιβής.
          Το σύστημα της αμοιβής ενεργοποιείται παράλληλα με το σύστημα του στρες. Με την επίδραση του στρεσογόνου παράγοντα και την έκκριση των ορμονών του στρες εκκρίνεται και μια ορμόνη που λέγεται ντοπαμίνη, η οποία παράγεται στον εγκέφαλο, μειώνει τον πόνο και προκαλεί ευχαρίστηση, κάνοντας το άτομο αισιόδοξο ότι θα τα καταφέρει να τα βγάλει πέρα. Και, βέβαια, στο στρες χρειάζεται αισιοδοξία, αλλιώς δεν θα αγωνίζονταν κανένας για την επιβίωσή του. Το σύστημα της αμοιβής ικανοποιείται, όταν ικανοποιούνται τα βασικά ένστικτα της πείνας, της δίψας και του σεξ. Με την εξέλιξη, βέβαια, του ανθρώπου στη σύγχρονη εποχή η ικανοποίηση του συστήματος της αμοιβής μπορεί να προκύψει και από δραστηριότητες, όπως η τέχνη, η παιδεία, η επιστήμη, κλπ. Το πέρασμα των μηνυμάτων πειθαρχίας προς τα παιδιά με τα μπράβο μας, στον ίδιο μηχανισμό στηρίζεται. Η χρήση των εξαρτησιογόνων ουσιών, επίσης, στην ικανοποίηση του συστήματος της αμοιβής στοχεύει, αλλά έχει, όμως, το κόστος στην υγεία που όλοι ξέρουμε.
          Όταν έχουμε πλέον αντιμετωπίσει τον κίνδυνο η αντίδραση μάχης ή φυγής λήγει και επιστρέφουμε στην προηγούμενη φυσιολογική κατάσταση και αυτό συμβαίνει στο 98% των περιπτώσεων. Τα προβλήματα εμφανίζονται όταν το στρες δεν υποχωρεί, με αποτέλεσμα το σώμα μας να μην έχει την ευκαιρία να επιστρέψει στην προηγούμενη φυσιολογική κατάσταση. Συχνά ο σύγχρονος τρόπος ζωής προκαλεί στρεσογόνες καταστάσεις που δεν είναι σύντομες και το στρες γίνεται χρόνιο. Οι συνέπειες του χρόνιου στρες οφείλονται στη χρόνια δράση των αυξημένων ποσοτήτων κορτιζόνης, που κυκλοφορούν στο αίμα.
          Ξέρουμε σήμερα ότι το χρόνιο στρες ευθύνεται για την εμφάνιση καρδιαγγειακών προβλημάτων και αυτοάνοσων νοσημάτων και ότι επηρεάζει αρνητικά τον μεταβολισμό, την αύξηση, την ανάπτυξη, τη συμπεριφορά- προκαλώντας επιθετικότητα, ευερεθιστότητα και φοβίες-, τον ύπνο, τη σεξουαλική ωρίμαση, την ανοσία και τη γήρανση. Ακόμη, νεώτερα δεδομένα δείχνουν ότι το χρόνιο στρες, όχι μόνο επηρεάζει αρνητικά το άτομο, αλλά μπορεί να κάνει τέτοιες αλλαγές στο γενετικό υλικό του, που αυτές μπορούν να μεταδοθούν και να επηρεάσουν αρνητικά ακόμα και τη ζωή των απογόνων. Δηλαδή, τα παιδιά, τα εγγόνια, ακόμη, και τα δισέγγονα των σημερινών νέων που έζησαν το στρες της οικονομικής κρίσης, της υγειονομικής κρίσης με την πανδημία και το στρες των πλημμυρών, μπορεί να έχουν προβλήματα υγείας λόγω αλλαγών στην έκφραση των γονιδίων, όχι στα ίδια τα γονίδια.

            Η ΜΑΘΗΣΙΑΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΥΠΝΟΥ, ΟΙ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΒΙΤΑΜΙΝΕΣ

            Η μνήμη και η μάθηση είναι εγκεφαλικές λειτουργίες με τις οποίες γίνεται η επεξεργασία των πληροφοριών από το περιβάλλον και καθορίζεται η συμπεριφορά.
            Για να λειτουργήσει η μνήμη πρέπει να αλληλεπιδράσουν δύο εγκεφαλικές δομές-ο ιππόκαμπος και ο φλοιός του εγκεφάλου-και εκατομμύρια νευρώνες στον εγκέφαλο. Η μνήμη διακρίνεται, ανάλογα με τη χρονική διάρκεια της συγκράτησης των πληροφοριών, σε βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη. Ο ιππόκαμπος συμμετέχει στη μεταφορά πληροφοριών από την βραχυπρόθεσμη μνήμη στην μακροπρόθεσμη, λειτουργεί δηλαδή στο μυαλό ως περιοχή «προσωρινής αποθήκευσης».
            Κατά τη διάρκεια του ύπνου ενεργοποιούνται ξανά πληροφορίες της ημέρας και αποστέλλονται από τον ιππόκαμπο σε συγκεκριμένα τμήματα του εγκεφαλικού φλοιού, όπου και υφίστανται επεξεργασία. Εκεί γίνεται η σύνδεση της νέας γνώσης με τη μακροπρόθεσμη μνήμη. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται παγίωση της μνήμης και μέσω αυτής επιλέγονται και ενισχύονται, από τον τεράστιο αριθμό των πληροφοριών που δέχεται ο εγκέφαλος σε κατάσταση εγρήγορσης, μόνο εκείνες που κρίνονται σημαντικές. Στη συνέχεια αποθηκεύονται μόνιμα και συνδέονται με τις εμπειρίες του παρελθόντος. Ύστερα από ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα τα περιεχόμενα διαγράφονται από την βραχυπρόθεσμη μνήμη και ό,τι δεν έχει φτάσει μέχρι τότε στην μακροπρόθεσμη μνήμη ξεχνιέται.
            Όποιος μαθητής, λοιπόν, προετοιμάζεται για εξετάσεις και σκοτώνεται να αποστηθίσει μέσα σε λίγο χρόνο πάρα πολλούς όρους, έννοιες και πληροφορίες δεν πρόκειται να χάσει τίποτα, αν μείνει ξύπνιος τη νύχτα για να διαβάσει. Τα δεδομένα στην προσωρινή περιοχή αποθήκευσης της μνήμης του μένουν καλά φυλαγμένα για μερικές ημέρες ακόμα και με λίγο ύπνο. Γενικότερα, όμως, όποιος θέλει να βελτιώσει στο μέγιστο βαθμό τις συνειδητές και ασυνείδητες επιδόσεις του σε μακροπρόθεσμη προοπτική θα πρέπει να φροντίσει να κοιμάται αρκετά. Αυτό είναι σημαντικό να το θυμούνται και οι γονείς και τα παιδιά, αν θέλουν να εξασφαλίσουν την επιτυχία στις εξετάσεις. Γα να επιτευχθεί αυτό οι μαθήτριες και οι μαθητές θα πρέπει να περιορίσουν το χρόνο που αφιερώνουν στον υπολογιστή και το κινητό τηλέφωνο, γιατί η κατάχρησή τους οδηγεί σε αϋπνία και η έλλειψη ύπνου με τη σειρά της σε μαθησιακές δυσκολίες και σχολική αποτυχία.
            Είναι πλέον γνωστό ότι και άλλοι παράγοντες, εκτός από τον ύπνο, μπορούν να ενισχύσουν τη μνήμη, όπως, λόγου χάριν, η άσκηση και η υγιεινή διατροφή. Κατά τη διάρκεια της άσκησης νευρικά κύτταρα απελευθερώνουν ένα είδος πρωτεϊνών, οι οποίες είναι γνωστές ως νευροτροφικοί παράγοντες. Ένας εξ αυτών, που ονομάζεται νευροτροφικός παράγοντας του εγκεφάλου, ενεργοποιεί πολλές άλλες χημικές ουσίες που προάγουν την υγεία του νευρικού συστήματος και ωφελούν άμεσα τις γνωστικές λειτουργίες, συμπεριλαμβανομένης της μάθησης. Η νυχτερινή άσκηση, ωστόσο, πρέπει να αποφεύγεται, γιατί προκαλεί αϋπνία.
            Η αξία της υγιεινής διατροφής είναι τεκμηριωμένο ότι εκτός από τη συνολική προσφορά στην υγεία βοηθά και στην ενίσχυση της μνήμης με την προσφορά ενέργειας, με τις διάφορες βιταμίνες, τα μέταλλα και τις αντιοξειδωτικές ουσίες που περιέχονται στα τρόφιμα. Τα τελευταία χρόνια έχει δημιουργηθεί μια μεγάλη παρεξήγηση, όσον αφορά τη βοήθεια των βιταμινών και των συμπληρωμάτων διατροφής στην ενίσχυση της μνήμης. Έτσι κάθε χρόνο 2-3 μήνες πριν τις πανελλήνιες έχει γίνει μόδα πολλοί γονείς να ζητούν ιατρική βοήθεια, αναζητώντας το καλύτερο σκεύασμα με βιταμίνες για να το δώσουν στο παιδί τους, με την ελπίδα ότι θα το βοηθήσουν να αντέξει την κόπωση, να ενδυναμώσει τη μνήμη του, να γράψει καλά και να εξασφαλίσει την εισαγωγή του στο πανεπιστήμιο ή στα ΤΕΙ. Αν το παιδί κάνει υγιεινή διατροφή, οι γονείς δεν πρέπει να ανησυχούν, δεν έχουν ανάγκη τα σκευάσματα των βιταμινών και τα συμπληρώματα διατροφής. Αυτά μπορούν ίσως να βοηθήσουν όταν το παιδί δεν διατρέφεται με υγιεινό τρόπο και παρουσιάζει έλλειψη βιταμινών. Είναι, πράγματι, γνωστό σε όλους ότι κάποια παιδιά στην εφηβεία δεν έχουν σωστή διατροφή, λόγω της κουλτούρας της εφηβείας, που σημαίνει πρόχειρα γεύματα εκτός σπιτιού, χωρίς φρούτα, χωρίς σαλάτες, πλούσια σε αλάτι και λίπος. Μόνο τέτοια παιδιά ενδέχεται να βοηθηθούν από τη λήψη συμπληρωμάτων διατροφής και βιταμινούχων σκευασμάτων.
            Τα παιδιά στην εφηβεία δεν κοιμούνται νωρίς το βράδυ, λόγω διαβάσματος μέχρις αργά, λόγω χρήσης του διαδικτύου και του κινητού, αλλά και λόγω του βιολογικού τους ρολογιού που κινείται πιο αργά, είτε είναι σπιτόγατοι, είτε διασκεδάζουν. Επιπλέον ξυπνούν νωρίς το πρωί, λόγω των εκπαιδευτικών τους υποχρεώσεων, κόντρα στο βιολογικό τους ρολόι, που τους υπαγορεύει να ξυπνήσουν αργά. Επίσης είναι γνωστό ότι η διατροφή τους δεν είναι σωστή και η άσκηση λείπει, κυρίως λόγω έλλειψης χρόνου. Όλα αυτά λειτουργούν-μαζί με το άγχος-αρνητικά στην προετοιμασία τους για τις πανελλήνιες εξετάσεις.
            Φαίνεται, λοιπόν, ότι η σωστή τακτική, για να φθάσει το παιδί στην εφηβεία και στις πανελλήνιες εξετάσεις με αυξημένες πιθανότητες για επιτυχία, είναι η ανάπτυξη σωστών συνηθειών ύπνου, η εκπαίδευσή του στην υγιεινή διατροφή και η προτροπή για άσκηση, γιατί όλα αυτά μειώνουν και το άγχος του, το οποίο είναι σημαντικός παράγοντας αποτυχίας. Σε καμιά περίπτωση δεν είναι σωστή τακτική η χορήγηση συμπληρωμάτων διατροφής και σκευασμάτων βιταμινών. Αυτά και μόνο δεν αρκούν. Ακόμα δεν πρέπει να ξεχνούν οι γονείς, ότι περνάνε στο παιδί (και όχι μόνο) το μήνυμα του ντόπινγκ. Το παιδί μαθαίνει ότι για να αντέξει στην άσκηση και να έχει καλές επιδόσεις στον όποιο αγώνα του πρέπει να παίρνει συμπληρώματα διατροφής. Και το χειρότερο: μαθαίνει να περιμένει βοήθεια από τη λήψη διαφόρων ουσιών για να λιγοστέψει το άγχος του…

            Μουτσάνας Ελευθέριος
            Παιδίατρος
            Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΝΕΟΣ ΑΓΩΝ στις 29/11/2015