Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΡΟΦΗΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΦΗΒΩΝ

Γεννιόμαστε ή γινόμαστε;

Όλοι εμείς που ζούμε στο δυτικό κόσμο πιστεύουμε, ότι η εξέλιξη των παιδιών εξαρτάται, πέρα από τα γονίδια που αυτά κληρονομούν, και από τον τρόπο που τα μεγαλώνουν οι γονείς τους. Είναι όμως έτσι ή μήπως αυτό είναι ένας πανίσχυρος μύθος, τόσο βαθιά ριζωμένος στην κουλτούρα μας, και στην πραγματικότητα οι γονείς δεν παίζουν τόσο σημαντικό ρόλο, όσο πιστεύουμε;

Η διαμάχη είναι παλιά και συνοψίζεται στο ερώτημα׃ Κληρονομικότητα ή περιβάλλον; Σήμερα πια είναι αποδεκτό και δεν αμφισβητείται από κανέναν ότι το περιβάλλον είναι το ίδιο σημαντικό με τα γονίδια και όσα βιώνουν τα παιδιά καθώς μεγαλώνουν είναι το ίδιο σημαντικά με τις πληροφορίες, που είναι γραμμένες στα γονίδιά τους.
Αυτό που σήμερα αμφισβητείται είναι ο ρόλος της ανατροφής στην ανάπτυξη του παιδιού και στη διαμόρφωση της προσωπικότητας. Ο όρος «ανατροφή» σημαίνει διαπαιδαγώγηση, αλλά δεν είναι συνώνυμος του όρου «περιβάλλον». Η χρήση των όρων ως συνώνυμων βασίζεται στην υπόθεση ότι αυτό που επηρεάζει την ανάπτυξη των παιδιών, εκτός από τα γονίδια τους, είναι και ο τρόπος που τα μεγαλώνουν οι γονείς τους.
Ανάπτυξη δεν σημαίνει μόνο αλλαγές στο σώμα του παιδιού. Σημαίνει αλλαγές στα συναισθήματα, στον τρόπο σκέψης, στις ικανότητες και στις σχέσεις του με τους άλλους ανθρώπους. Η ευθύνη, ωστόσο, για την ανάπτυξη των παιδιών δεν είναι αποκλειστική υπόθεση των γονιών. Εξαρτάται και από άλλους παράγοντες, όπως είναι: το σχολείο, η ομάδα των συνομηλίκων, τα ΜΜΕ με κύριο εκπρόσωπο την τηλεόραση και από το πολιτισμικό περιβάλλον, δηλαδή από την κουλτούρα της τοπικής κοινωνίας και την εθνική κουλτούρα.
Η παραδοχή για τη σημασία της ανατροφής στην ανάπτυξη των παιδιών, η άποψη, δηλαδή, ότι οι γονείς είναι το σημαντικότερο κομμάτι του περιβάλλοντος και καθορίζουν σε σημαντικό βαθμό τον τρόπο που τα παιδιά θα εξελιχθούν, είναι προϊόν ακριβώς του Δυτικού Πολιτισμού. Η παραδοχή αυτή δεν είναι παγκόσμια αποδεκτή, γιατί υπάρχουν κοινωνίες, όπου στην κοινωνικοποίηση των παιδιών οι γονείς δεν παίζουν κανένα σπουδαίο ρόλο. Αυτό επιτυγχάνεται από την ομάδα του παιχνιδιού και το πολιτισμικό περιβάλλον.
Φυσικά ορισμένα πράγματα ισχύουν σε όλες τις κοινωνίες. Σε κάθε κοινωνία τα βρέφη γεννιούνται ανήμπορα, χωρίς γνώσεις, και έχουν την ανάγκη των ενηλίκων για την επιβίωση τους. Σε
κάθε κοινωνία τα παιδιά πρέπει να μάθουν την τοπική γλώσσα, τα έθιμα και να δημιουργήσουν λειτουργικές σχέσεις με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. Πρέπει να μάθουν ότι ο κόσμος έχει κανόνες και δεν μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ενήλικοι που φροντίζουν τα παιδιά παίζουν σημαντικό ρόλο στη
ζωή τους, γιατί όλα τα παραπάνω από αυτούς τα μαθαίνουν. Αυτό που αμφισβητείται είναι αν αυτά που μαθαίνουν τα παιδιά κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής, καθορίζουν την πορεία όλης τους της ζωής. Αν, δηλαδή, διαμορφώνουν αποκλειστικά, μαζί με τα γονίδια, την προσωπικότητα τους.

Προσωπικότητα
Η προσωπικότητα έχει δύο συνιστώσες: η μία καθορίζεται από τα γονίδια και η άλλη από το
περιβάλλον. Η συνιστώσα που καθορίζεται από τα γονίδια είναι παρούσα από τη γέννηση και επηρεάζει τη συμπεριφορά του ατόμου σε κάθε περιβάλλον. Από την πρώτη ημέρα μπορούμε να αναγνωρίσουμε, ότι το κάθε νεογνό είναι διαφορετικό. Το ένα κοιμάται και ηρεμεί εύκολα, ενώ το άλλο παλεύει με τον ύπνο και τους γονείς του. Η έρευνα απέδειξε, ότι υπάρχουν παιδιά που είναι περισσότερο «δύσκολα» και λιγότερο πρόθυμα να ακολουθήσουν ένα πρόγραμμα ρουτίνας. Ένα παιδί μπορεί να είναι εκρηκτικό, απαιτητικό, γεμάτο αντιρρήσεις, εξωστρεφές, εσωστρεφές, με εμμονές, αποδιοργανωμένο, ατρόμητο ή γεμάτο φόβους. Αυτό αποκαλείται ταμπεραμέντο. Η συνιστώσα που καθορίζεται από τις περιβαλλοντικές επιρροές της οικογένειας, των δασκάλων, των συνομηλίκων και από τις προσωπικές εμπειρίες αποκαλείται χαρακτήρας. Η προσωπικότητα διαμορφώνεται καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του ανθρώπου, αλλά η παιδική και η εφηβική ηλικία αποτελούν ιδιαίτερα ευαίσθητες περιόδους για τη διαμόρφωσή της.

Θεωρίες
Οι περισσότερες θεωρίες στο χώρο της ψυχικής υγείας συμφωνούν για τη σημασία των
οικογενειακών σχέσεων στη διαμόρφωση της προσωπικότητας των παιδιών. Οι οπαδοί αυτής της ομάδας θεωριών αποδέχονται ότι η δύναμη της ανατροφής είναι τόσο μεγάλη, ώστε να διαμορφώνει την προσωπικότητα των παιδιών, και οι γονείς είναι αυτοί που μεταβιβάζουν τους ηθικούς κανόνες και κοινωνικοποιούν τα παιδιά τους. Όσο για τα γονίδια αυτά δεν παίζουν σπουδαίο ρόλο σύμφωνα με τους οπαδούς της κοινωνικοποίησης ή παίζουν ρόλο κατά 50% σύμφωνα με τους οπαδούς της συμπεριφορικής γενετικής. Η ομάδα αυτή των θεωριών δεν είναι ενιαία, αλλά όλοι οι θεωρητικοί της έχουν κοινό σημείο την παραδοχή της μεγάλης σημασίας της ανατροφής στην ανάπτυξη των παιδιών.
Αντίπαλος αυτής της ομάδας θεωριών είναι η θεωρία της ομαδικής κοινωνικοποίησης, σύμφωνα με την οποία αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση του ενηλίκου παίζουν τα γονίδια και οι
συνομήλικοι, αλλά όχι οι γονείς. Η θεωρία της ομαδικής κοινωνικοποίησης υποστηρίζει τα εξής: «ανεξάρτητα από το πόσο κακό είναι το οικογενειακό περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνουν, τα παιδιά θα γίνουν φυσιολογικοί ενήλικοι αν πληρούνται οι ακόλουθες συνθήκες:
– Αν δεν έχουν κληρονομήσει οποιοδήποτε παθολογικό χαρακτηριστικό από τους γονείς τους.
– Αν ο εγκέφαλός τους δεν έχει καταστραφεί εξαιτίας της αμέλειας ή της κακοποίησης και
– Αν έχουν φυσιολογικές σχέσεις με τους συνομηλίκους.»
Σε αντίθεση με την παραδοχή για τη σημασία της ανατροφής που συναντάται στο Δυτικό Κόσμο, η παραδοχή για τη σημασία των συνομηλίκων συναντάται σε όλους τους πολιτισμούς.

Ερευνητικά δεδομένα
Ας δούμε όμως τι λένε τα ερευνητικά δεδομένα:
•Οι μισές περίπου από τις διαφορές της προσωπικότητας σε δίδυμα, υιοθετημένα ή μη παιδιά,
οφείλονται στην κληρονομικότητα και οι άλλες μισές σε επιρροές του ευρύτερου περιβάλλοντος.
•Η ανατροφή στο ίδιο σπίτι και από τους ίδιους γονείς έχει μικρή ή καθόλου επίδραση στην
προσωπικότητα των αδελφών. Οι περισσότερες από τις ομοιότητες που παρουσιάζουν τα αδέλφια μεταξύ τους οφείλονται στα κοινά τους γονίδια. Οι ομοιότητες που μπορούν να αποδοθούν στο κοινό περιβάλλον ανατροφής είναι λίγες.
•Από την ηλικία των 3-4 χρονών και μετά οι επιρροές στην ανάπτυξη της προσωπικότητας και περισσότερο στην κοινωνικοποίηση προέρχονται κυρίως από τις εμπειρίες που αποκτώνται έξω από το σπίτι και λιγότερο από την οικογενειακή ανατροφή.
•Oι άνθρωποι συμπεριφέρονται διαφορετικά σε διαφορετικά κοινωνικά πλαίσια. Οι έρευνες σχετικά με την κοινωνικοποίηση των παιδιών έχουν αποδείξει ότι η ανατροφή επηρεάζει τη συμπεριφορά των παιδιών μόνο μέσα στην οικογένεια, αλλά όχι τη συμπεριφορά εκτός σπιτιού. Δηλαδή τα παιδιά μαθαίνουν να συμπεριφέρονται με συγκεκριμένους τρόπους, όταν βρίσκονται με τους γονείς και τα αδέρφια τους, αλλά δεν εμφανίζουν την ίδια συμπεριφορά με άλλους ανθρώπους ή σε άλλες
καταστάσεις.
Όλα τα παραπάνω-μαζί με την παρατήρηση ότι τα παιδιά των μεταναστών μαθαίνουν τη γλώσσα της νέας πατρίδας από τους συνομηλίκους και όχι από τους γονείς τους- είναι υπέρ της θεωρίας της ομαδικής κοινωνικοποίησης. Υπάρχουν όμως καινούργια δεδομένα που συγκρούονται με το βασικό ισχυρισμό της, ότι: «δεν υπάρχει κάποιος νόμος στη φύση που να δηλώνει, ότι η δυστυχία έχει
υποχρεωτικά τραυματικά επακόλουθα. Τα πράγματα που προκαλούν δυστυχία στα βρέφη ή στους ενηλίκους δεν έχουν απαραίτητα μακροχρόνιες συνέπειες». Ξέρουμε σήμερα ότι το χρόνιο στρες (φυσικά και το στρες το οποίο είναι αποτέλεσμα κακής ανατροφής) επηρεάζει αρνητικά την αύξηση, την ανάπτυξη, τη συμπεριφορά- προκαλώντας επιθετικότητα, ευερεθιστότητα και φοβίες-, τη σεξουαλική ωρίμαση, την ανοσία και τη γήρανση. Ακόμη, νεώτερα δεδομένα δείχνουν ότι το χρόνιο στρες, όχι μόνο επηρεάζει αρνητικά το άτομο, αλλά μπορεί να κάνει τέτοιες αλλαγές στο γενετικό υλικό του, που αυτές μπορούν να μεταδοθούν και να επηρεάσουν αρνητικά ακόμα και τη ζωή των απογόνων.
Πιστεύω ότι οι θεωρίες στο θέμα της ανατροφής είναι περισσότερο συμπληρωματικές και λιγότερο ανταγωνιστικές. Όλες περικλείουν αλήθεια, αλλά η αλήθεια είναι μερική. Δεν υπάρχει θεωρία που να περικλείει την απόλυτη αλήθεια. Όταν η κάθε θεωρία από τη μερική αλήθεια προσπαθεί να κάνει γενικεύσεις γίνεται δογματική.

Μουτσάνας Ελευθέριος
Παιδίατρος

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΝΕΟΣ ΑΓΩΝ στις 25/03/2012

ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΔΕΡΜΑΤΟΣ, ΥΠΟΒΙΤΑΜΙΝΩΣΗ D ΚΑΙ ΑΝΤΗΛΙΑΚΑ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΦΗΒΟΥΣ

Ο ήλιος αποτελεί τη βάση της ζωής στον πλανήτη μας, γιατί είναι η κυριότερη πηγή ενέργειας για όλα τα φυτά και, έμμεσα, για όλα τα ζώα.

«Μέτρον άριστον»

Κλεόβουλος ο Ρόδιος

Οι αρχαίοι Έλληνες γιατροί τον θεωρούσαν φάρμακο, που θεράπευε πολλές ασθένειες, αλλά, ακόμα και σήμερα η ηλιοθεραπεία χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση δερματολογικών προβλημάτων, όπως είναι η ψωρίαση. Ξέρουμε επίσης ότι χαρίζει ήρεμο ύπνο και βελτιώνει τη διάθεσή μας. Παρά τις γενικά ευεργετικές της ιδιότητες, όμως, η υπεριώδης ηλιακή ακτινοβολία προκαλεί σημαντικά προβλήματα στον οργανισμό, όταν η έκθεσή του σε αυτή είναι παρατεταμένη.

Η υπεριώδης ακτινοβολία (UV) αποτελεί ένα μικρό ποσοστό της συνολικής ηλιακής ακτινοβολίας που διαπερνά την ατμόσφαιρα και φθάνει στην επιφάνεια της Γης. Σήμερα αυτό το μικρό ποσοστό είναι αυξημένο σε σχέση με παλαιότερα, λόγω της «τρύπας του όζοντος», όπως ονομάζεται η ελάττωση του ολικού όζοντος της στρατόσφαιρας (κυρίως πάνω από την Ανταρκτική), που προοδευτικά έγινε μεγαλύτερη, καθώς το όζον είναι που απορροφά την υπεριώδη ακτινοβολία και με αυτό τον τρόπο προστατευόμαστε από τις βλαβερές επιδράσεις της στο δέρμα και τα μάτια μας. Η υπέρμετρη έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία προκαλεί στον οργανισμό μας άμεσες παρενέργειες, όπως το έγκαυμα, και απώτερες, όπως η πρόωρη γήρανση και ο καρκίνος του δέρματος (επιθηλιώματα και μελάνωμα). Τα επιθηλιώματα είναι καλοήθεις όγκοι, ενώ το μελάνωμα είναι μια από τις χειρότερες μορφές καρκίνου στον άνθρωπο. Τα επιθηλιώματα και η πρόωρη γήρανση σχετίζονται με τη χρόνια έκθεση στον ήλιο, ενώ το μελάνωμα σχετίζεται με τον αριθμό των ηλιακών εγκαυμάτων που έχει υποστεί κάποιος στην παιδική του ηλικία. Σημειώνεται ότι το 80% της συνολικής έκθεσης στον ήλιο κατά τη διάρκεια της ζωής ενός ανθρώπου συμπληρώνεται ως την ηλικία των 18 ετών. Πρέπει να ξέρουμε ότι το παιδικό δέρμα είναι πιο ευαίσθητο σε σχέση με το δέρμα ενός ενήλικα και παθαίνει ευκολότερα έγκαυμα. Ένα ξανθό παιδί θα πάθει πρώτου βαθμού έγκαυμα αν εκτεθεί στον ήλιο, καλοκαίρι, στις 12 το μεσημέρι για 10 λεπτά.

Εδώ και πολλά χρόνια οι δερματολόγοι προειδοποιούν να αποφεύγουμε τον ήλιο, για να προστατευτούμε από τον καρκίνο τού δέρματος. Με την αποφυγή, όμως, της έκθεσης στον ήλιο το σώμα μας δεν παράγει βιταμίνη D. Η βιταμίνη D παράγεται στον οργανισμό όταν, με τη δράση της ηλιακής ακτινοβολίας στο δέρμα, η χοληστερόλη μετατρέπεται σε βιταμίνη. Η υποβιταμίνωση D είναι μια παθολογική κατάσταση, που, πρακτικά, ήταν για πολύ καιρό ξεχασμένη. Τα τελευταία, όμως, χρόνια στα πλαίσια της, ορθής, ενημερωτικής εκστρατείας για την πρόληψη του μελανώματος και των υπερβολικών μέτρων ηλιοπροστασίας, κυρίως με τη χρήση των αντηλιακών, παρατηρείται σημαντική αύξηση της υποβιταμίνωσης D, η οποία θεωρείται πλέον μείζον πρόβλημα δημόσιας υγείας και αφορά περισσότερο τις πλέον ευαίσθητες ηλικιακές ομάδες, την εμβρυϊκή περίοδο, την παιδική ηλικία και την εφηβεία. Ο άνθρωπος φαίνεται ότι είναι προορισμένος να συνθέτει βιταμίνη D στο δέρμα περισσότερο και λιγότερο να την προσλαμβάνει έτοιμη με τις τροφές. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από την ευκολία με την οποία το δέρμα συνθέτει τη βιταμίνη D με τη δράση της ηλιακής ακτινοβολίας και από τη φτωχή περιεκτικότητα των φυσικών τροφών σε βιταμίνη D. Το 90% των αναγκών σε βιταμίνη D προέρχεται από τη σύνθεσή της στο δέρμα και το 10% μόνο προσλαμβάνεται με την τροφή. Φυσικές τροφές πλούσιες σε βιταμίνη D είναι ο κρόκος του αβγού, το συκώτι και μερικά ψάρια με πολύ λίπος, όπως ο τόνος και ο σολομός. Τρόφιμα επεξεργασμένα, με εμπλουτισμό σε βιταμίνη D, είναι τα βρεφικά γάλατα, κάποια γάλατα που προορίζονται για τα μεγαλύτερα παιδιά, εφήβους και ενηλίκους, και κάποιες μαργαρίνες (Βιτάμ, Μινέρβα, Becel). Το μητρικό γάλα περιέχει μικρά ποσά και γι’ αυτό στα θηλάζοντα βρέφη πρέπει να χορηγείται βιταμίνη D, συμπληρωματικά, με τη μορφή σκευασμάτων. Η υποβιταμίνωση D προκαλεί στα βρέφη ραχίτιδα και στους ενήλικες οστεοπόρωση. Φαίνεται, όμως, ότι η βιταμίνη D, πέρα από τη δράση της στα οστά, προάγει γενικότερα, μέσω διαφόρων μηχανισμών, την υγεία και την ευεξία μας και η ένδειά της αρχίζει να συσχετίζεται στις διάφορες έρευνες (χωρίς να είναι απόλυτα τεκμηριωμένο) με την εμφάνιση διαφόρων μορφών καρκίνου, αλλεργιών, λοιμώξεων, προεκλαμψίας στις εγκύους, σακχαρώδη διαβήτη, μεταβολικού συνδρόμου, σκλήρυνσης κατά πλάκας, καρδιαγγειακών νοσημάτων και κατάθλιψης. Σε χώρες με γεωγραφικό πλάτος όπως της Ελλάδας αρκεί η έκθεση στον ήλιο επί 15 λεπτά καθημερινά για τη σύνθεση της απαραίτητης ποσότητας βιταμίνης D και την κάλυψη των ημερήσιων αναγκών του οργανισμού, εννοείται σε συνδυασμό πάντα με τη σωστή διατροφή.

Φαίνεται, λοιπόν, γενικά, ότι η ηλιακή ακτινοβολία είναι ευεργετική για την υγεία μας, αλλά και ταυτόχρονα βλαπτική, όταν εκτιθέμεθα σε αυτή για μεγάλο χρονικό διάστημα. Έτσι, το «μέτρο» που πρέπει να χαρακτηρίζει τη συμπεριφορά μας πρέπει να υπάρχει και στην έκθεση μας στον ήλιο. Δεν είναι αναγκαίο να χρησιμοποιούμε αντηλιακό με την πρώτη ακτίνα του ήλιου, αλλά είναι επικίνδυνο να υποτιμούμε τους κινδύνους από την υπέρμετρη έκθεσή μας στην ηλιακή ακτινοβολία. Οι οδηγίες για τα μέτρα ηλιοπροφύλαξης είναι απλές και μπορούν να τηρηθούν εύκολα από παιδιά και ενήλικες, έτσι ώστε αφενός ο κίνδυνος για καρκίνο του δέρματος να ελαττωθεί, αφετέρου η πανδημία υποβιταμίνωσης D να περιοριστεί. Η ηλιοπροφύλαξη πρέπει να αρχίζει από τη βρεφική ηλικία και τα μέτρα πρέπει να περιλαμβάνουν:

•Αποφυγή έκθεσης στον ήλιο μεταξύ 11 π.μ.-3 μ.μ., επειδή η υπεριώδης ακτινοβολία που φθάνει στη Γη είναι εντονότερη σε αυτό το χρονικό διάστημα. Εάν το παιδί παίζει εκτός σπιτιού, πρέπει να του εξηγήσουμε ότι, όταν η σκιά του γίνει μικρότερη από το ανάστημά του, θα πρέπει να συνεχίσει το παιχνίδι του σε σκιερό μέρος, γιατί οι ακτίνες του ήλιου τότε είναι έντονες και επικίνδυνες.

•Όταν πρόκειται να εκτεθεί στον ήλιο ένα παιδί, από 11 π.μ.- 3μ.μ., όχι μόνο όταν είναι στην παραλία, αλλά και όταν παίζει στην παιδική χαρά ή πάει βόλτα, πρέπει να χρησιμοποιείται αντηλιακό από φυσικά φίλτρα (τα οποία ξεχωρίζουμε γιατί αφήνουν στο δέρμα ένα άσπρο «φιλμ») σε όλα τα ακάλυπτα μέρη του σώματος και το δέρμα να επαλείφεται με ικανή ποσότητα. Η επάλειψη πρέπει να γίνεται 15 με 30 λεπτά πριν την έκθεση στον ήλιο και να επαναλαμβάνεται κάθε 2-3 ώρες. Επειδή τα αντηλιακά δεν μας προστατεύουν πλήρως, δεν πρέπει να καθόμαστε στον ήλιο για μεγάλο χρονικό διάστημα, κυρίως, τις μεσημβρινές ώρες. Τα μωρά, μέχρι 6 μηνών, δεν πρέπει να εκτίθενται στον ήλιο ούτε να χρησιμοποιούν αντηλιακό. Τα περισσότερα αντηλιακά έχουν διάρκεια ζωής περίπου δύο χρόνια και γι’ αυτό μπορούμε να χρησιμοποιούμε το αντηλιακό της προηγούμενης χρονιάς, αν το είχαμε σε δροσερό μέρος με θερμοκρασία μικρότερη των 25ο C.

•Εκτός από τα αντηλιακά, στα μέτρα ηλιοπροφύλαξης πρέπει να περιλαμβάνονται καπέλο, μπλούζες, παντελόνια και γυαλιά ηλίου. Το καπέλο πρέπει να είναι πλατύγυρο ώστε να προστατεύει το πρόσωπο, τον αυχένα και τα αυτιά. Οι μπλούζες και τα παντελόνια πρέπει να είναι ανοιχτού χρώματος, για να αντανακλούν την ακτινοβολία, και να έχουν πυκνή ύφανση (να μη μπορούμε να δούμε μέσα από αυτά όταν τα σηκώνουμε στο φως), γιατί τότε μόνο μας προστατεύουν πραγματικά. Πρέπει να τονιστεί ότι, όταν τα ρούχα βραχούν, η προστασία που προσφέρουν από τον ήλιο μειώνεται στο μισό. Η κάλυψη του αυχένα και των ώμων θα πρέπει να είναι πολύ καλή γιατί αυτά τα μέρη δέχονται το μεγαλύτερο ποσό ακτινοβολίας και αποτελούν τις συνήθεις περιοχές των εγκαυμάτων. Τα γυαλιά ηλίου πρέπει να πληρούν τις κατάλληλες προδιαγραφές και αυτό το εξασφαλίζουμε αν τα αγοράσουμε από κατάστημα οπτικών.

Καλό και ασφαλές καλοκαίρι!

Μουτσάνας Ελευθέριος
Παιδίατρος

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΝΕΟΣ ΑΓΩΝ στις 9/6/2018

ΑΙΤΙΕΣ ΑΥΠΝΙΑΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΦΗΒΟΥΣ

Μουτσάνας Ελευθέριος
Παιδίατρος

Η «αϋπνία» είναι σύμπτωμα (πιο σωστή έκφραση είναι ο διαταραγμένος ύπνος, γιατί τα παιδιά και οι νέοι δεν παρουσιάζουν αϋπνία), δεν είναι ασθένεια. Περιλαμβάνει την αδυναμία έλευσης του ύπνου, τα συχνά ξυπνήματα, την άρνηση του παιδιού να πάει για ύπνο, το πρόωρο ξύπνημα, την υπνική άπνοια και τις διαταραχές του κιρκάδιου ρυθμού (circa diem=μια ημέρα).
Οι αιτίες που προκαλούν την βρεφική, την παιδική και την εφηβική αϋπνία είναι στο μεγαλύτερο ποσοστό των περιπτώσεων οι συνήθειες, στη διαμόρφωση των οποίων σημαντικό ρόλο παίζει η συμπεριφορά των γονιών (τουλάχιστον κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής). Σπάνια η αϋπνία οφείλεται σε παθολογικά νοσήματα (ωτίτιδα, κολικούς ή άλλους πόνους) και σε παράγοντες προερχόμενους από το περιβάλλον.
Ο φωτισμός του χώρου θα πρέπει να μην είναι έντονος, γιατί αυτό καθυστερεί την έκκριση μιας ορμόνης που λέγεται μελατονίνη, η οποία κάνει πιο αργό το βιολογικό μας ρολόι, με συνέπεια την αϋπνία. Η τηλεόραση δεν θα πρέπει να υπάρχει στο δωμάτιο, καθώς και ο υπολογιστής και το κινητό, γιατί καθυστερούν την έλευση του ύπνου. Η καλή θερμοκρασία του δωματίου κατά τη διάρκεια του χειμώνα για ένα μωρό είναι μια σταθερή θερμοκρασία 18 βαθμών κελσίου. Ποτέ να μην ξεπερνά τους 22 βαθμούς κελσίου. Η θερμοκρασία του δωματίου θα πρέπει να ακολουθεί το ρυθμό του βιολογικού μας ρολογιού. Επειδή η θερμοκρασία του σώματός μας φτάνει στο υψηλότερο σημείο κατά το τέλος του απογεύματος, καθώς αρχίζει η νύχτα, και στο χαμηλότερο σημείο της γύρω στις 4 το πρωί, το ιδανικό θα ήταν η θερμοκρασία του δωματίου μας να ακολουθεί αυτόν τον κύκλο. Έτσι το χειμώνα θα πρέπει να σβήνουμε το καλοριφέρ και τις σόμπες το βράδυ και να τα ξανανάβουμε το πρωί. Αντίθετα το καλοκαίρι θα πρέπει να αφήνουμε το αιρ κοντίσιον ανοιχτό τη νύχτα και να το κλείνουμε το πρωί, καθώς θα πλησιάζει η ώρα για να σηκωθούμε. Τα σεντόνια και τα ρούχα να είναι από φυσικές ίνες -βαμβάκι, μαλλί, κλπ-, που επιτρέπουν στο δέρμα μας να αναπνέει. Η ησυχία είναι άλλος σημαντικός παράγοντας για την εξασφάλιση του καλού ύπνου. Η ακοή είναι από τις πρώτες αισθήσεις που αναπτύσσονται στο έμβρυο και, καθώς μεγαλώνουμε μέσα στη μήτρα, μας καταπραΰνουν οι ήχοι του αμνιακού υγρού και η φωνή της μητέρας. Έτσι όταν μεγαλώνουμε και θέλουμε να απολαύσουμε για λίγο την ησυχία, αυτό που πραγματικά εννοούμε είναι να αποφύγουμε την ενόχληση που προκαλούν διάφοροι θόρυβοι. Τα πειράματα έχουν αποδείξει, ότι ο ευεργετικός θόρυβος για ένα καλό ύπνο είναι ο «λευκός θόρυβος». Αυτός είναι ήχος υψηλής συχνότητας που μοιάζει με βουητό και θυμίζει τον ήχο της θάλασσας. Επίσης έχουν χρησιμοποιηθεί και αυθεντικοί ήχοι κυμάτων και αποδείχθηκε πως έχουν ηρεμιστικές ιδιότητες και βοηθούν τον ύπνο. Ενοχλητικοί ήχοι είναι ο συναγερμός ενός αυτοκινήτου, ο συνδυασμός δόνησης και θορύβου που προέρχονται από δρόμους με μεγάλη κυκλοφορία, κ.ά. Το κρεβάτι είναι από τους πιο σημαντικούς παράγοντες του περιβάλλοντος για την εξασφάλιση καλού ύπνου. Το στρώμα είναι το πιο σημαντικό κομμάτι του κρεβατιού και θα πρέπει να ταιριάζει απόλυτα με τη βάση. Ένα στρώμα θα πρέπει να είναι άνετο και να παίρνει το σχήμα του σώματος. Ένας γενικός κανόνας είναι πως όσο περισσότερα είναι τα ελατήρια τόσο πιο καλό είναι το στρώμα, το οποίο θα πρέπει να αλλάζει κάθε δέκα χρόνια. Το μαξιλάρι θα πρέπει να είναι άνετο και να μη χρησιμοποιούμε μαξιλάρι στα βρέφη μέχρι την ηλικία του ενός έτους για την αποφυγή του κινδύνου της ασφυξίας.
Το 1-3% των παιδιών ροχαλίζει και εκδηλώνει διακοπή της αναπνοής κατά τον ύπνο-υπνική άπνοια. Τα επεισόδια άπνοιας οδηγούν σε πολλαπλά μη συνειδητά ξυπνήματα. Η συχνότερη αιτία υπνικής άπνοιας στα παιδιά είναι η αποφρακτική άπνοια η οποία προκαλείται από την υπερτροφία των αδενοειδών εκβλαστήσεων (κρεατάκια) ή των αμυγδαλών. Η κατάσταση αυτή, λόγω των πολλαπλών ξυπνημάτων, οδηγεί σε ανεπαρκή ξεκούραση και την εμφάνιση των συμπτωμάτων της αϋπνίας.
Το σύνδρομο διαταραχής φάσεων είναι σπάνιο σύνδρομο στο οποίο παρατηρείται αδυναμία του βιολογικού ρολογιού να συντονιστεί με τον φυσιολογικό ρυθμό ημέρας-νύχτας. Τα άτομα αυτά μένουν άυπνα σχεδόν μέχρι το πρωί και κοιμούνται κατόπιν ως το μεσημέρι ή ακόμα και ως το απόγευμα. Εάν οι πάσχοντες εξαναγκασθούν σε πρωινή αφύπνιση, τότε τόσο οι γνωσιακές τους επιδόσεις όσο και η συμπεριφορά τους παρουσιάζουν στοιχεία παρόμοια με εκείνα που περιγράφονται στην αποστέρηση ύπνου ή στο σύνδρομο jet lag (ή σύνδρομο αλλαγής γεωγραφικής ζώνης), το οποίο στην κυριολεξία είναι ένα μπέρδεμα ανάμεσα στην ώρα του τόπου που έχουμε ταξιδέψει και στο βιολογικό μας ρολόι. Το κοινωνικό Jet lag είναι νόσημα της εποχής και αφορά εφήβους, αλλά και μικρότερα παιδιά που συνηθίζουν να ξενυχτάνε είτε γιατί διαβάζουν, είτε γιατί διασκεδάζουν, είτε γιατί ασχολούνται με το Διαδίκτυο ή το κινητό τηλέφωνο μέχρι αργά το βράδυ. Η συνήθεια της καθυστερημένης κατάκλισης οδηγεί σε καθυστερημένη αφύπνιση. Ο κύκλος ύπνου-αφύπνισης σταδιακά αλλάζει, αλλάζει δηλαδή ο κιρκάδιος ρυθμός. Τα παιδιά αυτά δεν μπορούν να ξυπνήσουν την επιθυμητή ώρα το πρωί, αισθάνονται κόπωση και μειώνεται η νοητική τους απόδοση κατά τη διάρκεια της ημέρας. Η συχνότητα του συνδρόμου υπολογίζεται ότι ανέρχεται στο 8% των εφήβων. Στα παραπάνω έρχεται να προστεθεί και η λειτουργία του βιολογικού ρολογιού κατά τη διάρκεια της εφηβείας. Οι έφηβοι ακολουθούν ένα βιολογικό, ορμονικά καθοδηγούμενο -από τις ορμόνες του φύλου- πρόγραμμα νυχτερινής δραστηριότητας και σκοτώνουν την ώρα τους συχνά μέχρι τα βαθιά μεσάνυχτα, απλώς γιατί δεν μπορούν να κάνουν τίποτα διαφορετικό. Πολλοί γονείς και δάσκαλοι τους κατηγορούν για τεμπελιά και αδιαφορία. Όταν οι μαθητές έφηβοι έχουν μαθήματα στις 8 το πρωί είναι κατανυσταγμένοι και δεν μπορούν να παρακολουθήσουν και να αποδώσουν. Γι’ αυτό το λόγο ή έναρξη των μαθημάτων θα έπρεπε να μεταφερθεί στις 9 το πρωί, τουλάχιστον για τις μεγαλύτερες τάξεις, όπως ήδη άρχισε να γίνεται στην Αμερική, στην Ευρώπη, αλλά και σε πανεπιστήμια της Ελλάδας. Βέβαια, στους ήδη περιγραφέντες λόγους της εφηβικής αϋπνίας έρχονται να προστεθούν και άλλοι, όπως λόγοι ψυχολογικοί (άγχος με ή χωρίς καταθλιπτικά στοιχεία), χρήση καφέ, αναψυκτικών τύπου cola, καπνού, αλκοόλ και ψυχοτρόπων ουσιών.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΝΕΟΣ ΑΓΩΝ στις 27/11/2016

Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΥΠΝΟΥ

Μουτσάνας Ελευθέριος
Παιδίατρος

Ο ύπνος είναι παγκόσμιο φαινόμενο. Όλα τα ζώα κοιμούνται και κανένα δεν μπορεί να ζήσει χωρίς ύπνο. Είναι εκπληκτικό το πόσο μοιάζει ο ύπνος των ζώων, γενικά, με τον ύπνο των ανθρώπων.
Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι οι συνιστώσες του ύπνου στις γάτες, στους αρουραίους, στις μύγες και στους ανθρώπους υπακούουν στους ίδιους κανόνες με αυτούς των ανθρώπων. Μόνο το μήκος των κύκλων είναι διαφορετικό -στα ζώα οι κύκλοι είναι συντομότεροι. Όπως και στους ανθρώπους έτσι και στα ζώα κατά τη διάρκεια στέρησης του ύπνου μειώνεται η αντανακλαστική τους ικανότητα και φροντίζουν να αναπληρώσουν τον ύπνο τους αν νωρίτερα είχαν παρεμποδιστεί να κοιμηθούν. Το ίδιο συμβαίνει και στις μύγες. Επί πλέον όπως και οι άνθρωποι, έτσι και οι νεαρές μύγες χρειάζονται σαφώς περισσότερο ύπνο από τις μεγαλύτερες σε ηλικία και ο ύπνος τους γίνεται ολοένα και πιο επιφανειακός καθώς αυξάνεται η ηλικία τους.
Πειράματα σε αρουραίους στους οποίους έγινε αποστέρηση ύπνου έδειξε ότι τα ζώα έχασαν τη ζωή τους μετά από 2 εβδομάδες λόγω διαταραχής των θερμορυθμιστικών μηχανισμών και αποδιοργάνωσης του ανοσοποιητικού τους συστήματος. Οι ιστοί τους βρέθηκαν γεμάτοι μικρόβια. Παρόμοια πειράματα σε φρουτόμυγες έδειξαν ότι οι μύγες πεθαίνουν μετά από 60-70 ώρες αποστέρησης του ύπνου. Υπέρ του γεγονότος ότι η πλήρης στέρηση του ύπνου οδηγεί στο θάνατο μαρτυρεί η κληρονομική αϋπνία στους ανθρώπους, η οποία έχει περιγραφεί σε κάποιες οικογένειες και η οποία πάντα καταλήγει στο θάνατο.
Τα πρώτα συμπτώματα της απώλειας ύπνου για 2-3 24ωρα είναι: αδυναμία συγκέντρωσης, κακή ικανότητα να κρίνουμε καταστάσεις και να είμαστε αποτελεσματικοί, κακό κέφι, κόπωση και υπερένταση. Ως ανώτατο όριο στέρησης ύπνου σε ανθρώπους ισχύουν σήμερα οι τέσσερεις ημέρες. Από εκεί και πέρα οι απειλές για την υγεία γίνονται πολύ μεγάλες. Τα βρέφη που κοιμούνται άσχημα εμφανίζουν κάποια διαταραχή την επόμενη ημέρα: είναι περισσότερο ευερέθιστα, υπερβολικά εξαρτημένα από εκείνους που τα φροντίζουν, είναι κακόκεφα και κλαίνε με το τίποτα, νυστάζουν, είναι κουρασμένα, είναι εκνευρισμένα και θυμώνουν εύκολα. Τα παιδιά, αντίστοιχα, μπορεί να παρουσιάζουν μαθησιακές δυσκολίες, μειωμένη ικανότητα μνήμης, διαταραχή των ικανοτήτων προγραμματισμού και λήψης αποφάσεων, διαταραχές στις διατροφικές συνήθειες, πονοκεφάλους, συμπτώματα από το γαστρεντερικό, καθυστέρηση της ανάπτυξης (σε σοβαρές περιπτώσεις), αλλαγή συμπεριφοράς (όπως επιθετικότητα, υπερκινητικότητα, κλπ.).
Συνέπειες, όμως, έχει και η χρόνια ανεπάρκεια του ύπνου την οποία οι άνθρωποι αναπληρώνουν μόλις τους δοθεί η ευκαιρία, αυξάνοντας τις ώρες του ύπνου. Οι σύγχρονοι άνθρωποι κοιμούνται κατά μέσο όρο περίπου δύο ώρες λιγότερο από ότι πριν 70 χρόνια -εννοείται ότι τα παιδιά δεν εξαιρούνται. Η χρόνια ανεπάρκεια του ύπνου επηρεάζει τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος με αποτέλεσμα πτώση της άμυνας του οργανισμού και πιο συχνές λοιμώξεις. Επίσης επηρεάζει την αύξηση και αυτό το βλέπουμε στα παιδιά που παρουσιάζουν άπνοιες κατά τη διάρκεια του ύπνου επειδή έχουν κρεατάκια -πριν την επέμβαση αυτά τα παιδιά παρουσιάζουν μείωση του ρυθμού αύξησης- ενώ μετά την επέμβαση μεγαλώνουν κανονικά κερδίζοντας βάρος και ύψος. Ευθύνεται ακόμα και για την αύξηση του μεταβολικού συνδρόμου. Η παχυσαρκία, ο σακχαρώδης διαβήτης και τα νοσήματα της καρδιάς και του κυκλοφορικού οφείλονται και στο ότι κοιμόμαστε πιο άτακτα και λιγότερο από παλαιότερα. Αυτό ισχύει και για τους ενήλικες και για τα παιδιά. Επίσης επηρεάζει αρνητικά την προσοχή, τη μνήμη και την κρίση. Ένα ποσοστό των τροχαίων ατυχημάτων οφείλεται στην υπνηλία. Στις ΗΠΑ υπολογίζεται ότι προκαλούνται κάθε χρόνο 100000 τροχαία ατυχήματα λόγω υπνηλίας, από τα οποία προκύπτουν 71000 τραυματίες και 1500 νεκροί. Το ίδιο ισχύει -αναλογικά- και για τη Γερμανία.
Έχει βρεθεί, ωστόσο, ότι και όσοι κοιμούνται περισσότερες ώρες έχουν αυξημένες πιθανότητες να ζήσουν λιγότερο. Στις έρευνες τουλάχιστον ανευρίσκεται αυξημένη θνησιμότητα και σε αυτή την ομάδα των ανθρώπων. Το «παν μέτρον άριστον», λοιπόν, που έλεγαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι έχει θέση και στον ύπνο ή, όπως έλεγε ο Ιπποκράτης, «ο ύπνος και η αγρύπνια, όταν υπέρμετρα, είναι επιζήμια».
Πόσο, όμως, ύπνο χρειάζεται ένας άνθρωπος; Οι ανάγκες των παιδιών για ύπνο ποικίλουν ευρέως και εξαρτώνται από την ηλικία και το βαθμό ωριμότητας του νευρικού τους συστήματος. Έτσι, τα νεογέννητα κοιμούνται κατά μέσο όρο 16-18 ώρες, και τα βρέφη 14-15 ώρες. Στην προσχολική ηλικία τα παιδιά κοιμούνται 10-13 ώρες και στη σχολική τα περισσότερα παιδιά κοιμούνται 9-11 ώρες. Η μείωση των ωρών του ύπνου συνεχίζεται ως την εφηβεία που φθάνει τις 8-9 ώρες. Οι ενήλικες κοιμούνται 6,5-8 ώρες, ενώ ο αναγκαίος για την επιβίωση ύπνος είναι 4-5 ώρες.
Ο αριθμός των ωρών που είναι απαραίτητες για ύπνο διαφέρει από παιδί σε παιδί. Το «πρέπει» σε βιολογικές λειτουργίες, όπως π.χ. η όρεξη, ο ύπνος, κλπ. κανένας δεν έχει το δικαίωμα να το καθορίσει με αυστηρότητα. Συνήθως το «πρέπει» εκφράζει μέσους όρους. Οι φυσιολογικές αποκλίσεις από το μέσο όρο είναι ορισμένες φορές μεγάλες. Όταν πιέζουμε το παιδί να προσαρμοσθεί στο μέσο όρο και να κοιμάται πιο πολύ, δεν κάνουμε τίποτα άλλο από το να αδιαφορούμε για την ιδιατερότητά του και τελικά μόνο προβλήματα να δημιουργούμε με τον τρόπο μας. Κανένας δεν μπορεί να κάνει κάτι ενάντια στις ατομικές του ανάγκες για ύπνο.
Ένα ερώτημα που μπαίνει είναι ποιος είναι πιο αποτελεσματικός ύπνος: αυτός που είναι σπασμένος σε μικρότερα κομμάτια ή ένας μακρύς βραδινός ύπνος. Οι περισσότερες έρευνες οδηγούν στο συμπέρασμα πως δεν είμαστε κατασκευασμένοι για να κοιμόμαστε μια φορά το 24ωρο, αλλά δύο φορές, λίγο το μεσημέρι και περισσότερο το βράδυ. Το ίδιο μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι ισχύει και στο ζωικό βασίλειο. Ο μεσημεριανός ύπνος των παιδιών καλό είναι να διατηρηθεί ως την ηλικία των πέντε χρονών. Βέβαια, πολλά παιδιά μετά τα 3 τους χρόνια δεν κοιμούνται το μεσημέρι και εξυπακούεται ότι εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι για να το αλλάξουμε.

ΟΙ ΠΙΟ ΣΥΧΝΕΣ ΠΑΡΑΥΠΝΙΕΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ

Μουτσάνας Ελευθέριος
Παιδίατρος

Παραϋπνίες αποκαλούνται όλα εκείνα τα φαινόμενα που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια του ύπνου. Οι συχνότερες παραϋπνίες είναι οι εφιάλτες, το παραμιλητό, ο νυχτερινός τρόμος και η υπνοβασία.

Οι εφιάλτες είναι τρομακτικά όνειρα, τα οποία εμφανίζονται στη διάρκεια του ύπνου REM (rapid eye movements = ταχείες κινήσεις οφθαλμών), κατά το χάραμα, σε όλες τις ηλικίες, αλλά είναι πιο συχνοί μεταξύ 4-6 χρονών. Το χαρακτηριστικό τους είναι η άριστη επαφή του παιδιού με το περιβάλλον, η πλήρης συναίσθηση τόπου και χρόνου και η δυνατότητα του παιδιού να περιγράψει το όνειρο. Όταν το παιδί παρουσιάζει τέτοια επεισόδια, προσπαθούμε να το ηρεμήσουμε και να το βοηθήσουμε να νοιώσει ασφάλεια. Του εξηγούμε ότι ήταν μόνο ένα όνειρο, ότι αυτό είναι φυσιολογικό, ότι όλοι βλέπουμε όνειρα και ότι δεν συμβαίνει τίποτα ιδιαίτερο γύρω του. Μπορούμε να μιλήσουμε ήσυχα μαζί του, γιατί είναι ξυπνητό -αντίθετα με αυτό που συμβαίνει με τον νυχτερινό τρόμο, κατά τον οποίο το παιδί κοιμάται βαθιά. Με το που θα ησυχάσει θα πρέπει να το βάλουμε πάλι να κοιμηθεί. Αν τα επεισόδια επαναλαμβάνονται συχνά στη διάρκεια της εβδομάδας θα πρέπει να ζητήσουμε ιατρική βοήθεια, γιατί αυτό σημαίνει έντονο πρόβλημα του παιδιού, το οποίο ξεκινά είτε από την οικογένεια, είτε από τη σχέση του με τους συνομηλίκους ή τους δασκάλους του.

Η υπνολαλιά ή παραμιλητό, αποτελεί μια πολύ συχνή κατάσταση που εκδηλώνεται κατά τη διάρκεια του ύπνου με ασυνάρτητα λόγια, με κραυγές, με κλάματα, με γέλια ή με ασυνάρτητες φράσεις. Είναι κατάσταση χωρίς κανένα κίνδυνο και μπορεί να διατηρηθεί και στην ενήλικη ζωή. Είναι πιο συχνό κατά τη διάρκεια πυρετού και πολύ συνηθισμένο όταν το παιδί αρχίζει να πηγαίνει στον παιδικό σταθμό ή στο σχολείο.

Ο νυχτερινός τρόμος εμφανίζεται σε κάποια παιδιά μετά τα δύο-τρία χρόνια της ζωής τους, μία με δύο ώρες αφότου κοιμηθούν, κατά τη διάρκεια του βαθέος ύπνου. Το παιδί πετιέται απότομα από το κρεβάτι, με άγριες φωνές και με έκφραση τρόμου στο πρόσωπο, δεν αναγνωρίζει ούτε πρόσωπα ούτε πράγματα, έχει ψευδαισθήσεις, φαντάζεται και περιγράφει αντικείμενα που δεν υπάρχουν και πράξεις που δεν γίνονται. Μουσκεύει στον ιδρώτα από την αγωνία, είναι αδύνατο να ξυπνήσει και δεν μπορεί να το καθησυχάσει κανείς. Το επεισόδιο διαρκεί 2-10 λεπτά. Στο τέλος του επεισοδίου το παιδί ξανακοιμάται αποκαμωμένο και την άλλη μέρα δεν θυμάται τίποτα. Το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε σε αυτές τις περιπτώσεις είναι να παραμένουμε κοντά του και να το προσέχουμε μην πέσει, αλλά τίποτε άλλο, ούτε να του μιλάμε, ούτε να το ακουμπάμε όσο διαρκεί το επεισόδιο. Πρέπει ακόμα να ξέρουμε ότι το στρες και η κούραση ευθύνονται για την πιο συχνή εμφάνισή του στα παιδιά. Ο νυχτερινός τρόμος και η υπνοβασία δεν ανησυχούν τους γιατρούς, σε αντίθεση με τους γονείς που εμφανίζονται ανήσυχοι και κατατρομοκρατημένοι, γιατί είναι καταστάσεις που κάποια στιγμή ξεπερνιούνται με το μεγάλωμα των παιδιών. Οι γιατροί ανησυχούν όταν το παιδί παρουσιάζει συχνά εφιάλτες, σε αντίθεση πάλι με τους γονείς που θεωρούν ότι δεν είναι κάτι σημαντικό και πιστεύουν ότι μπορούν να το χειριστούν χωρίς βοήθεια. Τα πράγματα, όμως, δεν είναι έτσι!

Η υπνοβασία εμφανίζεται τις πρώτες 3-4 ώρες του ύπνου, κατά τη διάρκεια του βαθέος ύπνου από τα 3-4 χρόνια της ζωής του παιδιού και μετά. Το παιδί κατεβαίνει από το κρεβάτι και περιπλανιέται με ανοιχτά τα μάτια και ανέκφραστο πρόσωπο χωρίς να βλέπει, γιατί κοιμάται. Το επεισόδιο διαρκεί 5-15 λεπτά. Περίπου 1 στα 30 άτομα έχει υπνοβατήσει το λιγότερο μία φορά στη ζωή του και 1 στα 100 είναι υπνοβάτης για πολλά χρόνια. Είναι καλοήθης διαταραχή, όταν είναι περιστασιακή και δεν έχει σοβαρές συνέπειες, αν πάρουμε κάποιες προφυλάξεις. Η υπνοβασία έχει κοινά χαρακτηριστικά με τον νυχτερινό τρόμο και στην ίδια οικογένεια μπορεί να υπάρχουν δύο και τρεις υπνοβάτες. Την αιτία της υπνοβασίας δεν την ξέρουμε, ούτε έχουμε φάρμακα για τη θεραπεία της. Γνωρίζουμε μόνο πως, αν καταργηθεί πολύ νωρίς ο μεσημεριανός ύπνος, αυξάνεται η συχνότητα της υπνοβασίας (και του νυχτερινού τρόμου) και, ακόμα, ότι είναι πιο συχνή σε παιδιά που ροχαλίζουν και εμφανίζουν άπνοιες. Ξέρουμε ακόμα ότι η αποκατάσταση του ροχαλητού μειώνει τα επεισόδια υπνοβασίας και νυχτερινού τρόμου. Για να προφυλάξουμε το παιδί από τραυματισμούς πρέπει να κλείνουμε τα παράθυρα, να βάζουμε προστατευτικό κιγκλίδωμα στις πόρτες και να μην αφήνουμε πράγματα σε σημεία που μπορεί να τα φτάσει και να τα χρησιμοποιήσει με επικίνδυνο τρόπο.

Το τρίξιμο των δοντιών κατά τον ύπνο είναι αρκετά συχνή διαταραχή που φθάνει το 10-20%. Προκαλείται από υπερβολική σύσπαση των μασητήρων μυών και παράγει ένα ιδιαίτερο θόρυβο που ανησυχεί τους γονείς, παρόλο που δεν ξυπνάει τα παιδιά. Αν η σύσπαση επιμείνει, μπορεί να καταστρέψει τα δόντια λόγω φθοράς της αδαμαντίνης και της περιοδοντίτιδας που προκαλεί. Συνδέεται με έντονο στρες και αντιμετωπίζεται με μια προστατευτική πρόθεση, την οποία βάζει το παιδί τη νύχτα για να αποτρέψει τη φθορά των δοντιών. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις χορηγούνται φάρμακα που αυξάνουν το βάθος του ύπνου.

Οι υπναγωγικές κινήσεις (ακούσιο λίκνισμα) είναι ρυθμικές κινήσεις του κεφαλιού ή του σώματος, που τα παιδιά τις κάνουν ώσπου να καταφέρουν να αποκοιμηθούν. Συμβαίνουν στη φάση της υπνηλίας, στην αρχή του ύπνου, και οι πιο συχνές είναι τα χτυπήματα του κεφαλιού στο μαξιλάρι ή το παλαντζάρισμα όλου του κορμιού με το παιδί ξαπλωμένο μπρούμυτα. Πρωτοεμφανίζονται τον 6ο με 9ο μήνα και σπάνια επιμένουν μετά τα τρία με τέσσερα χρόνια. Απαντώνται σε φυσιολογικά παιδιά, αλλά πολύ περισσότερο σε παιδιά με διανοητική καθυστέρηση ή αυτισμό. Δεν χρειάζεται κάποια ειδική θεραπεία, αλλά αν επιμένει μετά τα πέντε το παιδί θα πρέπει νε εκτιμηθεί νευρολογικά και ψυχιατρικά.

Τα υπναγωγικά ξαφνιάσματα ή νυχτερινός μυόκλονος είναι τα συνηθισμένα τινάγματα που λίγο ή πολύ, αραιά ή συχνά παρουσιάζουν όλοι οι άνθρωποι στην αρχή του ύπνου και αφορούν ένα μέλος του σώματος ή ολόκληρο το σώμα. Είναι αβλαβή, δεν χρειάζονται καμία θεραπεία και μπορεί να επιμείνουν σε όλη τη ζωή. Σε νεογέννητα και βρέφη μπορεί να είναι πιο έντονα και προκαλούν ανησυχία στους γονείς.

ΤΟ ΔΥΣΚΟΛΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΕΦΗΒΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΧΑΣΜΑ ΤΩΝ ΓΕΝΕΩΝ

Μουτσάνας Ελευθέριος
Παιδίατρος

Οι έφηβοι σήμερα, και στην Ελλάδα, όπως και στα περισσότερα μέρη του κόσμου, διαμορφώνονται με βάση τις επιδράσεις που δέχονται από το οικογενειακό περιβάλλον, από το σχολείο, από τους συνομηλίκους, από τα ΜΜΕ, από την κοινότητα στην οποία ζουν και γενικότερα από την κοινωνία.

Το πρώτο περιβάλλον, η οικογένεια, είναι ο φορέας που προσφέρει στον έφηβο τα εφόδια για ακαδημαϊκή/επαγγελματική επιτυχία και τον εκπαιδεύει να αποδεχθεί τους διάφορους κοινωνικούς ρόλους που πρέπει να έχει ως ενήλικος και να αναλάβει κοινωνικές ευθύνες. Όμως, κατά τη διάρκεια της εφηβείας των παιδιών της, σχεδόν κάθε οικογένεια βρίσκεται σε κρίση, γιατί τα άτομα που την αποτελούν περνάνε μια μεταβατική περίοδο αρκετά ταραγμένη συναισθηματικά. Οι έφηβοι βιώνουν τις δυσκολίες της εφηβείας και οι γονείς την «κρίση της μέσης ηλικίας» και έτσι το έδαφος είναι γόνιμο για την ανάπτυξη συγκρούσεων στην οικογένεια. Ακριβώς σε αυτή τη φάση οι γονείς συνήθως αντιμετωπίζουν αυξημένα οικονομικά προβλήματα με την εκπαίδευση των παιδιών και, επιπλέον, μπορεί να αντιμετωπίζουν κατάθλιψη, η οποία επιτείνεται από τις μεταβολές που παρατηρούν στο σώμα τους σε αυτή την ηλικία (αύξηση του βάρους, ρυτίδες, εμμηνόπαυση για τις γυναίκες, μειωμένη σεξουαλική ικανότητα και άλλα). Έτσι, από τη μια χαίρονται και θαυμάζουν τα παιδιά τους που μεγάλωσαν, από την άλλη όμως «ζηλεύουν» και μελαγχολούν λόγω της δικής τους κατάστασης. Στενά συνδεδεμένος με την κρίση της μέσης ηλικίας είναι και ο φόβος του θανάτου, τον οποίο αισθάνονται οι γονείς όλο και περισσότερο και ο οποίος επιτείνεται όταν υπάρχουν νοσήματα φθοράς ή αρρώστιες και θάνατοι σε συνομηλίκους τους. Εκτός αυτών, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αύξηση του αριθμού των μονογονεϊκών οικογενειών λόγω αύξησης των διαζυγίων και οι συνέπειες από άποψη οικονομική, συναισθηματική και κοινωνική για τον έφηβο εύκολα γίνονται αντιληπτές.

Το σχολείο είναι, μετά την οικογένεια, ο κύριος συντελεστής στην ακαδημαϊκή επιτυχία και στην κοινωνικοποίηση του παιδιού. Δυστυχώς, όμως, συνήθως είναι απομονωμένο από την οικογενειακή και κοινωνική ζωή του παιδιού και επικοινωνία υπάρχει μόνο για να ανακοινωθεί στους γονείς η αντικοινωνική συμπεριφορά και η κακή βαθμολογία του. Το σημερινό σχολείο αντιμετωπίζει τους μαθητές σαν μηχανές παραγωγής βαθμών και δεν τους ωθεί να αναπτύξουν τη δημιουργικότητα και την υπευθυνότητά τους, να αναλάβουν πρωτοβουλίες και να μάθουν πώς να επικοινωνούν και να συνεργάζονται με τους άλλους, να ωριμάσουν. Βεβαίως, η ευθύνη αυτής της ανεπάρκειας δεν βαρύνει τους εκπαιδευτικούς, πολλοί από τους οποίους αγωνίζονται για τη διαμόρφωση κοινωνικών και υπεύθυνων ανθρώπων, αλλά την κατεύθυνση που δίνει στην εκπαίδευση η πολιτεία.

Η παρέα των συνομηλίκων είναι ιδιαίτερα σημαντική για τους εφήβους, ανεξάρτητα από το φύλο τους, και τους πιέζει προς ηθικές και κοινωνικές αξίες διαφορετικές, ίσως, από αυτές των γονιών, συμμετέχοντας και με αυτό τον τρόπο στην κοινωνικοποίησή τους. Γι’ αυτό και έχει μεγάλη σημασία η επιλογή φίλων τέτοιων, που η επαφή μαζί τους θα βοηθήσει τους εφήβους να οδεύσουν ομαλά και φυσιολογικά προς την ενηλικίωση. Οι γονείς, λοιπόν, πρέπει να ενδιαφέρονται να μάθουν για τους φίλους των παιδιών τους – τους οποίους, εξάλλου, δεν μπορούν να επιλέξουν και να ελέγξουν από την εφηβεία και μετά -, αν θέλουν να αποφύγουν τα παιδιά τους άσχημες καταστάσεις.

Τα ΜΜΕ παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στη ζωή των εφήβων, καθώς αυτοί δαπανούν μεγάλο μέρος του ελεύθερου χρόνου τους για να παρακολουθήσουν τηλεόραση και να ασχοληθούν με το Διαδίκτυο, λειτουργώντας ως αποδέκτες μηνυμάτων, θετικών και αρνητικών. Αποτελούν ένα καλά οργανωμένο δίκτυο διαχείρισης των νέων, που επηρεάζει τον τρόπο που θα σκεφτούν, θα συμπεριφερθούν, θα ντυθούν, θα διασκεδάσουν. Δημιουργούν πρότυπα και παρεμβαίνουν καθοριστικά στην διαμόρφωση των συνειδήσεων τους. Ωστόσο, είναι ανεύθυνα σε περίπτωση που τα αποτελέσματα της καθοδήγησής τους αποβούν αρνητικά. Έχουν οργάνωση, αλλά όχι και στόχο, άλλον από την επικοινωνία και, βεβαίως, την κατανάλωση.

Ο βαθμός δυσκολίας στην πραγματοποίηση του τελικού στόχου των εφήβων, που είναι ακριβώς να γίνουν ενήλικοι, καθορίζεται και από τη μορφή της κοινωνίας στην οποία καλούνται να ζήσουν και να δράσουν. Έτσι, σε μια μικρή γεωργική κοινωνία, όπου οι ρόλοι των ενηλίκων είναι απλοί και σαφώς καθορισμένοι, το έργο του εφήβου είναι απλό και μπορεί να ολοκληρωθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα. Το αντίθετο συμβαίνει στη σύγχρονη κοινωνία, όπου οι ρόλοι των ενηλίκων είναι ποικίλοι και η εκμάθησή τους απαιτεί εκπαίδευση και πείρα. Εδώ η ένταξη των νέων απαιτεί επίπονη και συστηματική προσπάθεια. Η σύγχυση είναι μεγάλη στους σημερινούς Έλληνες εφήβους, γιατί έχουν να αντιμετωπίσουν, εκτός από τη μεταβατικότητα του δικού τους αναπτυξιακού σταδίου και τη μεταβατικότητα της ελληνικής κοινωνίας που προσπαθεί να εκσυγχρονιστεί. Και όλα αυτά μέσα σ’ ένα κόσμο που συνεχώς μεταβάλλεται και χαρακτηρίζεται από την κρίση των αξιών και των θεσμών.

Η εντύπωση που επικρατεί, καλλιεργούμενη σε μεγάλο βαθμό από τα ΜΜΕ, είναι ότι υπάρχει ένα αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στις απόψεις της εκάστοτε προηγούμενης και της επόμενης γενιάς, το λεγόμενο χάσμα των γενεών, και ότι είναι πολύ δύσκολη η επικοινωνία μεταξύ γονιών και εφήβων. Οι έρευνες όμως δείχνουν πως η σχέση των περισσοτέρων εφήβων με τους γονείς τους είναι αρμονική. Οι έφηβοι διαφωνούν με τους γονείς και υιοθετούν τις αξίες των συνομηλίκων στα μικρότερης σημασίας θέματα, όπως είναι το στυλ των μαλλιών, το ντύσιμο, η ομιλία, η μόδα με τα τατουάζ και τα σκουλαρίκια, τα μηχανάκια, η ώρα της επιστροφής στο σπίτι μετά από τη βραδινή έξοδο, η μουσική, κ.ά. Στα σπουδαία, όμως, ηθικά, θρησκευτικά, κοινωνικά και πολιτικά θέματα, οι πεποιθήσεις των περισσοτέρων εφήβων συνήθως συμπίπτουν με αυτές των γονιών τους. Επίσης ότι, στην όψιμη εφηβεία, δέχονται την καθοδήγηση των γονιών σε ζητήματα εκπαίδευσης, σε επαγγελματικά θέματα, αλλά και σε προσωπικά ζητήματα.

Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε, ότι παρόλο που υπάρχουν διαμάχες μεταξύ των γενεών και η επικοινωνία μεταξύ γονιών και εφήβων δεν είναι πάντα εύκολη, η σπουδαιότητά τους έχει διογκωθεί και το χάσμα των γενεών δεν είναι τόσο μεγάλο όσο φημολογείται.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΝΕΟΣ ΑΓΩΝ στις 19/10/2016